Κάτω τα χέρια από τα διωκόμενα συντρόφια για τη μαχητική υπεράσπιση των Καταλήψεων του Κουκακίου

Μέσα στην ιστορία του πολύμορφου αγώνα ενάντια στην κρατική κυριαρχία, οι απαλλοτριωμένοι χώροι των καταλήψεων αποτελούσαν – και πάντα θα αποτελούν – ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία και βασικούς τόπους συνάντησης του α/α-χώρου. Πρόκειται για εγκαταλελειμμένα κτίρια που μετατρέπονται σε ζωτικούς χώρους πραγμάτωσης ιδεών και προταγμάτων έξω και πέρα από την υπάρχουσα συνθήκη απομόνωσης και σχέσεων εκμετάλλευσης. Αποτελούν τους χώρους όπου ζητήματα βασικών βιοτικών –και όχι μόνο –αναγκών και επιθυμιών μας προσπαθούν να απαντηθούν συλλογικά και στη βάση της αυτοοργάνωσης. Χώρους συμπερίληψης, όπου τα αποκλεισμένα αυτής της κοινωνίας μπορούν να χωρέσουν, όπου κάθε λογής καταπίεση και εξουσιαστική βία αντιπαλεύονται στη βάση της οριζοντιότητας και της αντιιεραρχίας. Είναι σπίτια αγώνα, σημεία ζύμωσης των ιδεών και οργάνωσης των δράσεών μας, καταφύγια από την κρατική καταστολή. Είναι οι χώροι που συμπυκνώνουν “το εδώ και το τώρα” όλων των αναρχικών και αντιεξουσιαστικών προταγμάτων μας. Ως τέτοιες, οι καταλήψεις είναι διαχρονικά στο στόχαστρο του κράτους, αγκάθια στην κανονικότητα που προσπαθεί να επιβληθεί ισοπεδωτικά σε όλα τα κοινωνικά πεδία. Η ιστορία του καταληψιακού κινήματος στην Ελλάδα είναι μεγάλη, γεμάτη στιγμές έμπνευσης και μαχητικές υπερασπίσεις των σπιτιών ενάντια στο κράτος, και απώλειες που αναμφισβήτητα κόστισαν στη συλλογική μας συνείδηση.

Ήδη από το φινάλε της τετραετίας της “πρώτης φοράς αριστεράς”, ξεκίνησε μια πιο συντονισμένη και συνεχής επίθεση ενάντια στο καταληψιακό κίνημα. Κι αν τότε το επίκεντρο ήταν τα Εξάρχεια, με τη διάθεση του κράτους να σπάσει τα σπίτια που είχαν ανοίξει προκειμένου να καταστεί δυνατή η αλληλεγγύη στο πλήθος μεταναστριών και προσφύγων που είχε βρεθεί στην Αθήνα, αλλά και με τον εξευγενισμό της περιοχής να είναι προ των πυλών, η ΝΔ έπιασε το κατασταλτικό νήμα –ήδη από την προεκλογική περίοδο– και επέκτεινε τις επιθέσεις σε όλη την επικράτεια. Το αποτέλεσμα της επίθεσης αυτής, με τα “τελεσίγραφά” της και την άπλετη βία της ήταν βαρύ, με πολλά σπίτια να εκκενώνονται και με συντρόφια να βρίσκονται τραυματισμένα και διωκόμενα. Κατέγραψε όμως και στιγμές αγώνα και αλληλεγγύης τις οποίες φέρουμε όλα μας στις συνεχιζόμενες αντιστάσεις που προβάλουμε απέναντι στον κρατικό μηχανισμό. Μαχητικές αντιστάσεις όταν οι μπάτσοι βρίσκονται έξω από την πόρτα, ανακαταλήψεις ξανά και ξανά των κτιρίων μας, πορείες σε γειτονιές που θυμίζουν ότι οι επιλογές του κράτους έχουν κόστος και δε μένουν αναπάντητες.

Η Κοινότητα Καταλήψεων Κουκακίου αποτελούταν από τρία κατειλημμένα κτίρια επί των οδών Ματρόζου, Παναιτωλίου και Αρβάλη, τα οποία ανοίχτηκαν το 2017. Στο διάστημα που παρέμειναν ανοικτά, αποτέλεσαν χώρους κοινωνικής αλληλεγγύης και αγώνα, φιλοξενώντας πλήθος εγχειρημάτων και συμμετέχοντας σε αγώνες ενάντια στον εξευγενισμό της γειτονιάς και την ιδιωτικοποίηση του Λόφου Φιλοππάπου. Έγιναν πολλές φορές στόχος φασιστικών εμπρηστικών επιθέσεων και εκκενώσεων, με το κράτος να χρησιμοποιεί κάθε μέσο ενάντια στους κατοίκους των σπιτιών (χημικά, πλαστικές σφαίρες κτλ). Οι αντιστάσεις των συντροφιών που υπερασπίστηκαν τα κτίρια αυτά στις εκκενώσεις και τις ανακαταλήψεις τους, οι εικόνες των, πολύχρωμων από τις μπογιές και αποκαρδιωμένων από το πλήθος πραγμάτων που έπεσαν πάνω στα κεφάλια τους, μπάτσων, ενέπνευσαν τους αγώνες που δόθηκαν για μια σειρά από υπερασπίσεις και ανακαταλήψεις σπιτιών στην συνέχεια.

Πέρα από τη βία που δέχτηκαν τα συντρόφια που ενεπλάκησαν από διάφορες θέσεις στην υπεράσπιση της κοινότητας των καταλήψεων αυτών και πέρα από την ίδια την απώλεια των χώρων μας, συνέπεια των αντιστάσεων υπήρξε και ο μεγάλος αριθμός διώξεων αγωνιστριών και αγωνιστών. Οι καταληψίες της κοινότητας βρίσκονται διωκόμενες/οι σε μια σειρά από υποθέσεις σχετικά με όλες τις εκκενώσεις, τις οποίες πολέμησαν μέσα στα χρόνια υπερασπιζόμενα με συνέπεια τις επιλογές και τα προτάγματά τους. Στις 2 Δεκεμβρίου θα διεξαχθεί το δικαστήριο σε δεύτερο βαθμό για την υπεράσπιση του κτιρίου της Ματρόζου 45 τον Γενάρη του 2020 απέναντι στην εκκένωση που ακολούθησε την ανακατάληψη των κτηρίων της Ματρόζου και της Παναιτωλίου. Η συνθήκη που έχει διαμορφωθεί είναι ιδιαίτερη, καθώς το πρωτόδικο δικαστήριο, ενταγμένο πλήρως στο κλίμα των ημερών, με την ΝΔ και τον Χρυσοχοΐδη να προσπαθούν να αντλήσουν πολιτική υπεραξία από το θέμα βάζοντας τα μίντια να ζητάνε φυλακίσεις και τους μπάτσους –με μπροστάρη τον φασίστα Πλεύρη– να προσπαθούν να πάρουν ρεβάνς με μηνύσεις, καταλήγει στην πρωτοφανή βάσει στοιχείων και συνθήκης απόφαση των εξίμισι χρόνων (εκτίσιμη ποινή) φυλάκισης με αναστολή μέχρι το εφετείο.

Η απόφαση αυτή φυσικά δεν έρχεται εν κενώ. Πλην της βούλησης της ΝΔ να παράξει υπεραξία από κάθε λογής κατασταλτική επιλογή, το ελληνικό κράτος εδώ και αρκετά χρόνια εξελίσσεται νομικά και κατασταλτικά στα πρότυπα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών, κάνοντας σαφές ότι η επίθεση ενάντια στα κινήματα και στους τρόπους που αυτά συγκροτούνται αποτελεί κεντρική στρατηγική του. Επιλογή, που σε συνδυασμό με τις συνεχόμενες αναθεωρήσεις του Ποινικού Κώδικα και την αυστηροποίηση των ποινών που αυτός εισάγει, αναβαθμίζει τον κίνδυνο φυλάκισης (πραγματικής ή και εναλλακτικής) για τις περιπτώσεις μικροπαραβατικότητας και για πολιτικές δράσεις που παλαιότερα δεν είχαν αυτή την αντιμετώπιση. Τα αποτελέσματα είναι ήδη μπροστά μας, με τις φυλακές να ασφυκτιούν από το ολοένα αυξημένο πλήθος ανθρώπων που καταλήγουν εντός τους και με τις ποινές να είναι, τόσο οικονομικά όσο και σε διάρκεια, εξοντωτικές σε μια σειρά υποθέσεων. Αν και η συγκεκριμένη υπόθεση δικάζεται βάση παλαιότερου ποινικού κώδικα, η πρωτόδικη απόφαση εντάσσεται πλήρως στο δόγμα νόμου και τάξης που επιδιώκουν να επιβάλουν οι κατασταλτικές μεθοδεύσεις του κράτους, το οποίο εδώ επιχειρεί να στείλει για πρώτη φορά καταληψίες στην φυλακή.

Όπως σε όλες τις σημαντικές στιγμές αγώνα, το κράτος επιχειρεί πάντα να έχει την τελευταία λέξη. Και ανεξαρτήτως με το αν το επιτυγχάνει σε πρώτο χρόνο, την ώρα δηλαδή που πραγματοποιεί την επίθεση, έρχονται στη συνέχεια τα δικαστήρια ώστε να συμπληρώσουν και να ολοκληρώσουν την δουλειά των μπάτσων. Ως συνέλευση, αναγνωρίζουμε στο εφετείο που έρχεται την ανάγκη συσπείρωσης του α/α-χώρου για την υπεράσπιση και την αλληλεγγύη των συντροφιών που έβαλαν τα σώματά τους ανάχωμα προκειμένου να υπερασπιστούν τα μέρη στα οποία ζούμε, οργανωνόμαστε και υπάρχουμε ως χώρος. Απέναντι στην ολομέτωπη και εντεινόμενη επίθεση του κράτους, ας αναβιώσουμε το πείσμα και την αγωνιστική διάθεση που μας έδωσαν εκείνες οι μέρες και ας γίνουμε ασπίδα για τα συντρόφια που βρίσκονται στη δίνη των κατασταλτικών μηχανισμών.

Στηρίζουμε και καλούμε στην πορεία το Σάββατο 29 Νοεμβρίου, 13:00, στην πλατεία Μερκούρη στα Πετράλωνα και στην συγκέντρωση αλληλεγγύης την Τρίτη 2 Δεκεμβρίου, 9:00, στο εφετείο.

ΚΑΜΙΑ ΚΑΤΑΛΗΨΙΑΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ

Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, φυγόδικους
και διωκόμενους αγωνιστές και αγωνίστριες

Στηρίζουμε την πορεία αλληλεγγύης στις (ανα)καταλήψεις | Σάββατο 29 Νοεμβρίου | 13:00 | πλ. Μερκούρη, Πετράλωνα

Οι καταλήψεις είναι αγκάθια στα χέρια κράτους, κεφαλαίου, ιδιοκτησίας.

Για κάθε κατάληψη και ανακατάληψη είμαστε όλα συνένοχα.

Αλληλεγγύη στους/στις καταληψίες της Κοινότητας Κουκακίου.

Η Κοινότητα Καταλήψεων Κουκακίου δημιουργήθηκε το 2017 και απαρτιζόταν από 3 εγκαταλελειμμένα σπίτια Ματρόζου 45, Παναιτωλίου 2, Αρβάλη 3, τα οποία λειτουργούσαν ως καταλήψεις στέγης και αγώνα για περίπου 3 χρόνια. Φθινόπωρο του 2019 ο τότε διαχειριστής τους κράτους καταθέτει στη δημόσια σφαίρα τελεσίγραφο που καλούσε σε οικειοθελή εκκένωση των καταλήψεων εντός 15 ημερών ή διακανονισμό με τους ιδιοκτήτες, το οποίο έληγε στις 5 Δεκέμβρη 2019. Η στρατηγική αυτή παρουσιάστηκε ως μια πρόθεση ειρηνικής επίλυσης του καταληψιακού ζητήματος, ενώ επί της ουσίας τόσο η ημερομηνία λήξης του τελεσίγραφου (1 μέρα πριν την επέτειο δολοφονίας του αναρχικού μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου), όσο και το κύμα καταστολής ήδη από τον Αύγουστο του ίδιου έτους δυναμίτιζε την ατμόσφαιρα.

Η επίθεση του κράτους στην Κοινότητα Καταλήψεων Κουκακίου μετρά πλήθος εκκενώσεων, συλλήψεων και καταδικών. Το επόμενο διάστημα αναμένονται τα δύο τελευταία δικαστήρια όσων υπερασπίστηκαν τα σπίτια της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου. Στις 2/12 δικάζονται σε δεύτερο βαθμό οι καταληψίες που υπερασπίστηκαν τη Ματρόζου 45 κατά την ανακατάληψη του κτιρίου το 2020. Όλα αυτά τα 5 χρόνια που πέρασαν από τις εκκενώσεις, κόσμος που υπερασπίστηκε την κοινότητα είτε στις συγκεντρώσεις αλληλεγγύης την ώρα των ανακαταλήψεων, είτε με την ίδια την πολιτική επιλογή της μαχητικής υπεράσπισης αυτών απέναντι στην κρατική καταστολή, είτε σε όλες αυτές τις δικαστικές μάχες, συνείσφερε στον αγώνα για τη διατήρηση του καταληψιακού κινήματος.

Η ένταση της κρατικής καταστολής στις καταλήψεις δεν ήταν ένα μένος ή μια επιλογή μιας κυβέρνησης, ήταν και συνεχίζει να είναι μια επίθεση κράτους και κεφαλαίου για επαναδιαμόρφωση του αστικού τοπίου. Μια στρατηγική όπου ο ντόπιος πληθυσμός γειτονιά τη γειτονιά εκδιώχνεται, για να πάρουν τη θέση του οι τουρίστες και το υπερεθνικό κεφάλαιο. Το Κουκάκι 5 χρόνια μετά γέμισε με εναλλακτικά μαγαζάκια, κουλ πεζόδρομους, AirBnB και real estate ευκαιρίες. Σε αντιστοιχία με τη πάταξη του αβάτου των Εξαρχείων, τη στρατοπέδευση των μπάτσων, τις περιπολίες, ο παράδεισος των πολυτελών κατοικιών, της golden visa, του εξευγενισμού και της τουριστικοποίησης, στρώνεται χρόνια πριν με συστηματικότητα. Σε κάθε τόπο του ελλαδικού χώρου που το κεφάλαιο βλέπει τρόπους κερδοφορίας, το κράτος είναι εκεί να δώσει τα νομικά πλαίσια για τη λεηλασία της φύσης, να δώσει τα οικονομικά κίνητρα και ελευθερίες, να χαρίσει γη και ύδωρ, ενώ παράλληλα θα προσπαθήσει να καταστείλει κάθε φωνή αντίδρασης, κάθε κίνηση αντίστασης και επίθεσης.

Οι καταλήψεις αποτελούν ορμητήρια αγώνα, αποτελούν την πιο ξεκάθαρη μορφή άρνησης του κόσμου της ιδιοκτησίας, προτάσσοντας έμπρακτα την αυτοοργάνωση και την κοινοτική αλληλέγγυα ζωή. Αποτελούν χώρους συνάντησης, οργάνωσης της επίθεσης σε κάθε τι εκμεταλλεύεται και καταπιέζει τα από τα κάτω. Προωθεί την συνδιαμόρφωση και την ισότητα μακριά από λογικές ανάθεσης και διαμεσολάβησης, φέρνοντας στο σήμερα κάτι από το κόσμο που ονειρευόμαστε. Οι καταλήψεις είναι εκείνα τα απελευθερωμένα εδάφη που σπάνε τις διακρίσεις έμφυλες, σεξουαλικού προσανατολισμού, εθνοτικές/εθνικές, σωματικής αρτιμέλειας, ψυχικής υγείας. Προωθώντας την αντικουλτούρα, δημιουργώντας και ενισχύοντας την αυτοοργάνωση σε κάθε πτυχή της ελεύθερης έκφρασης, ενάντια σε κάθε λογική εμπορευματοποίησης και αναπαραγωγής των κυρίαρχων προταγμάτων. Και ως τέτοιες θα τις υπερασπιστούμε.

Η υπεράσπιση της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου περνά μέσα από την ίδια τη συνέχιση των εγχειρημάτων των καταλήψεων. Η μαχητική υπεράσπιση των δομών του αγώνα, η συνεχόμενη πρόθεση επανακατάληψης ύστερα από κάθε εκκένωση, δυναμώνουν το ίδιο το καταληψιακό πρόταγμα. Από το πείσμα και τον αγώνα που έδωσαν τα συντρόφια στη Βίλα Αμαλίας και τις μαζικές πορείες υπεράσπισής της, τις απανωτές επανακαταλήψεις σε κάθε πόλη ανά τον ελλαδικό χώρο, είμαστε όλα συνένοχα στη διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης που θέλουν να απλώσουν. Στις επανακαταλήψεις στο Κουκάκι ήμασταν όλες και όλοι εκεί, είτε με τη φυσική μας παρουσία είτε όχι και συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε τους χώρους μας απέναντι στην καταστολή. Στεκόμαστε δίπλα στα συντρόφια μας που διώκονται για τα πολιτικά τους περιεχόμενα και πεπραγμένα. Σε όσα δικαστήρια και αν μας σύρουν, όσους νόμους και αν αυστηροποιήσουν δεν μπορούν να σταματήσουν το δίκιο του αγώνα, τη δίψα για ζωή.

Στις 2 Δεκεμβρίου θα βρισκόμαστε όλες/οι/α στα δικαστήρια, υπερασπιζόμενες τις επιλογές και τα μέσα του αγώνα. Μπορεί το κράτος να επιδιώκει να κλείσει στη φυλακή τα συντρόφια με πρωτόδικες εξοντωτικές ποινές 6.5 χρόνων, το κίνημα όμως δεν έχει πει την τελευταία του λέξη. Δεν θα αφήσουμε το συντρόφια μας βορά στις ορέξεις τους. Αυτοί που συγκαλύπτουν τις δολοφονίες στα Τέμπη, που καταχράζονται χρήματα, που πατάνε επί πτωμάτων για να ανέλθουν στην ταξική πυραμίδα, που στηρίζουν την γενοκτονία στην Παλαιστίνη, οι καρεκλοκένταυροι εξουσιαστές, δεν μπορούν να μας αγγίξουν. Όσο και αν οι πόλεις γύρω μας επιτηρούνται, όσο και αν καταστρέφουν τον φυσικό κόσμο, όσο και αν χτίζουν φυλακές και νομικά οπλοστάσια, κάτω από τα μπετά τους πάντα θα υπάρχουν οι σπόροι. Αυτοί που θα τσακίζουν το τσιμέντο τους για την έφοδο στον ουρανό, αυτοί που πάντα θα σηκώνονται κάτω από τις μπότες τους, που θα λυγίζουν τα κάγκελά τους.

Απαντάμε στην επίθεση του κράτους, με συντροφικότητα, αλληλεγγύη, με επίμονο και αποφασιστικό αγώνα. Θα πάρουμε πίσω όσες καταλήψεις και αν εκκενώσουν. Μπροστά στην σιγή νεκροταφείου που θέλουν να απλώσουν απαντάμε ακόμα πιο μαχητικά μέχρι τη συνολική ανατροπή κράτους και καπιταλισμού, μέχρι στο γκρέμισμα κάθε φυλακής. Ως την αναρχία.

Όλες/α/οι στις 2/12 στην Ευελπίδων στις 9:00 (κτήριο 8, αίθουσα 2) για το εφετείο των συντροφιών.

Στηρίζουμε την πορεία το Σάββατο 29 Νοεμβρίου στις 13:00 στην πλατεία Μερκούρη στα Πετράλωνα.

10-100-1000 (ανα)καταλήψεις ενάντια σε ένα κόσμο οργανωμένης σήψης.

Κάτω τα χέρια από τις καταλήψεις και τα συντρόφια μας.

Αναρχική συλλογικότητα Acte

acte@riseup.net/acte.espivblogs.net

ΟΙ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΘΕΣΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ (Αφίσα κάλεσα για το εφετείο της Ματρώζου 45)

ΟΙ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΘΕΣΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ

Οι καταλήψεις και κάθε αυτοοργανωμένο εγχείρημα είναι εστίες αντίστασης και αγώνα ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση, αναχώματα στην κρατική και καπιταλιστική βαρβαρότητα. Κόσμοι που δοκιμάζονται νέες σχέσεις και μορφές συλλογικής συνύπαρξης και σύμπραξης, στη βάση της ελευθερίας, της αμοιβαιότητας, της αλληλεγγύης. Κόσμοι κριτικής σκέψης και δημιουργικότητας που συνιστούν το λάθος στην κυριαρχική εξίσωση χειραγώγησης, πειθάρχησης και υποταγής. Κόσμοι που συναντιούνται σε πεδία αλληλεπίδρασης στη βάση της συμφωνίας και κοινής επιδίωξης για σύγκρουση και ρήξη με τον κυρίαρχο κόσμο. Αυτόν της ασφυξίας, των επίπλαστων διαχωρισμών, της ιεραρχίας, της ιδιοκτησίας κρατικής ή ατομικής. Γι’ αυτό και βρίσκονται διαρκώς στο στόχαστρο της καταστολής.

ΚΡΑΤΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ,
ΜΠΑΤΣΟΙ, ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΙΣ, ΔΙΚΑΣΤΕΣ

ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ
ΓΙΑ ΦΥΛΑΚΙΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΛΗΨΙΩΝ ΤΗΣ ΜΑΤΡΟΖΟΥ 45

Η Κοινότητα Καταλήψεων Κουκακίου (Ματρόζου 45, Παναιτωλίου 21, Αρβάλη 3), στα 3 χρόνια λειτουργίας της (2017-2020) αποτέλεσε ένα τέτοιο εγχείρημα. Η ανακατάληψη των κτιρίων τον Γενάρη του 2020 και οι ταυτόχρονες συγκεντρώσεις αλληλεγγύης έξω από αυτά, έγιναν σε μια περίοδο που το κράτος είχε εξαπολύσει, από τον Αύγουστο του 2019, μια εκστρατεία διαδοχικών εκκενώσεων μεταναστευτικών, πολιτικών και στεγαστικών καταλήψεων. Η δυναμική υπεράσπιση της Ματρόζου 45 από τις/τους καταληψίες αποτέλεσε το φράγμα που αναχαίτισε εκείνη την περίοδο την κατασταλτική εκστρατεία, η οποία συνοδευόταν εξίσου από εκτεταμένη μιντιακή προπαγάνδα και υπουργικά τελεσίγραφα για την παράδοση των καταλήψεων.

Στη δίκη που έγινε σε πρώτο βαθμό τα συντρόφια καταδικάστηκαν σε 6,5 χρόνια φυλάκισης (εκτίσιμη ποινή), με αναστολή μέχρι το εφετείο, το οποίο ξεκινάει στις 2/12/2025, στα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων.

Οι καταλήψεις…
δεν είναι μόνο αυτό που βλέπεις,
είναι ό,τι δεν έχουν γίνει ακόμα
μέσα τους σφυροκοπάει η σκαλωσιά του μέλλοντος
είναι ό,τι πρέπει να γίνουν, όσο κι αν οι εχθροί απαγορεύουν…

ΠΟΡΕΙΑ ΣΑΒΒΑΤΟ 29/11, 13:00
πλ. Μερκούρη Πετράλωνα

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ 2/12, 9:00πμ
δικαστήρια Ευελπίδω
ν

Συνέλευση αναρχικών ενάντια στα αυτονόητα του κόσμου της εξουσίας
#αυτονόητα: εκκένωση καταλήψεων, φυλάκιση καταληψιών
blog: againstobvious.espivblogs.net
e-mail: against_obvious@espiv.net

Κάλεσμα στο εφετείο των συντροφιών της Ματρόζου 45, στις 2/12 – Οι καταλήψεις σε ρήξη με το υπάρχον

ΟΙ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΣΕ ΡΗΞΗ ΜΕ ΤΟ ΥΠΑΡΧΟΝ

Στις 18/12/19 εκκενώνονται τα τρία σπίτια που συνιστούσαν την κοινότητα καταλήψεων κουκακίου. Η Ματρόζου 45, η Αρβάλη 3 και η Παναιτωλίου 21. Έναν μήνα μετά, οι καταληψίες επιστρέφουν για να ανακαταλάβουν τα σπίτια τους με πλήθος αλληλέγγυων να συγκεντρώνεται απ’ έξω. Σύντομα κάνει την εμφάνιση του ο γνωστός συρφετός της ελας, με πάνοπλους μπάτσους όλων των ομάδων, αρχικά να επιτίθενται στις συγκεντρώσεις και έπειτα να περικυκλώνουν τα κτίρια. 1 ώρα μετά και ενώ οι μπάτσοι έχουν φάει στο κεφάλι ό,τι μπορούσε να ξηλωθεί μέσα από το σπίτι, καταφέρνουν να βγάλουν έξω τα συντρόφια που ανακατέλαβαν την Ματρόζου 45. Τα 4 συντρόφια πλην της ανήλικης τότε συντρόφισσας που η δίκη της διαχωρίστηκε, καταδικάστηκαν πρωτόδικα σε εκτόσ ποινή 77 μηνών αναστάλσιμη μέχρι το εφετείο, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στις 2/12/25. Το χρονικό πλαίσιο των εκκενώσεων της κοινότητας καταλήψεων κουκακίου εντάσσεται σε μια περίοδο πολιτικής κατασταλτικής επίθεσης στους κατειλημμένους χώρους με τον Χρυσοχοΐδη να εξαγγέλει τότε το τελεσίγραφο των 15 ημερών προς τους καταληψίες, με σκοπό να αποχωρήσουν από τις καταλήψεις. Η δυναμική απάντηση που δόθηκε από τα συντρόφια που υπερασπίστηκαν τα σπίτια τους και την ίδια τους την κοινότητα, πέρα από το ότι αναχαίτισε τα σχέδια του κρατικού μηχανισμού να καταπνίξει τις καταλήψεις, λειτούργησε ενδυναμωτικά για τις υπόλοιπες καταληψίες ώστε να συνεχίσουν και έδωσε νέα δυναμική στην υπεράσπιση των σπιτιών του αγώνα. Έξι χρόνια έχουν περάσει από τότε, έξι χρόνια που η δημόσια σφαίρα συνεχώς συρρικνώνεται, που όλα φαντάζουν αναλώσιμα μπροστά στην προέλαση της ανάπτυξης και του κεφαλαίου και που οι ώρες της μέρας μοιάζουν συνεχώς να λιγοστεύουν.

Έξι χρόνια μετά στηρίζουμε και στεκόμαστε αλληλέγγυα στα συντρόφια που υπερασπίστηκαν την κοινότητα, τις σχέσεις , τις ιδέες και τις ζωές τους .

Η αλληλεγγύη είναι μεταδοτική

Η αλληλεγγύη ως πολιτική αξία και πρόταγμα καλλιεργείται, αναπαράγεται και μεταδίδεται μέσα από τη συλλογικοποίηση των ζωών μας. Ένα εργαλείο στην κατεύθυνση αυτής της συλλογικοποίησης αποτελούν και οι καταλήψεις. Κόντρα στον ατομικιστικό τρόπο ζωής που πλασάρεται στη νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα ως μοναδική λύση για την οικονομική ευημερία, την επαγγελματική ανέλιξη, την “καλή ζωή”, εμείς επιλέγουμε να αντιστεκόμαστε στην εξατομίκευση των ζωών μας. Γιατί αυτό το μοντέλο ζωής που πλασάρεται ως καλύτερο, αναγνωρίζουμε πως βασίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου και φύσης. Αυτό το μοντέλο ζωής απορρίπτει όλους τους ανθρώπους που δεν αναγνωρίζονται ως “πολίτες”, όπως είναι οι άνθρωποι που ζουν σε κέντρα κράτησης και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς και τους ανθρώπους που υφίστανται έμφυλες/ταξικές/φυλετικές διακρίσεις. Η μόνη ζωή που επιθυμούμε απαντάει στα καθημερινά μας προβλήματα με όρους συλλογικούς, μέσα από οριζόντιες διαδικασίες και συνύπαρξη, δύσκολες και κουραστικές διεργασίες που όμως γίνονται παιχνίδι, όταν τις κάνουμε για μας μαζί με ανθρώπους που νοιαζόμαστε και αγαπάμε. Η ευτυχία δηλαδή για μας, συντελείται όταν παίρνουμε τη ζωή μας στα χέρια μας. H ζωή αυτή εδαφικοποιείται σε απελευθερωμένους χώρους που στήνουμε ως ανάχωμα στην επιβεβλημένη πραγματικότητα. Κόντρα στην εξατομίκευση, μέσα στις καταλήψεις μαθαίνουμε πρώτα απ’ όλα να καταρρίπτουμε εμάς τις ίδιες, να μοιραζόμαστε τις επιθυμίες μας και τις φρίκες μας, να επικοινωνούμε τα όρια μας, θέτοντας τα ή και ξεπερνώντας τα ανάλογα με τη συνθήκη. Να ζούμε με λίγα λόγια μαζί, δίνοντας ως απάντηση στο ανθρώπινο υπαρξιακό ερώτημα τη συλλογική εμπειρία. Αν υπάρχει κάτι που μαθαίνουμε στους απελευθερωμένους χώρους είναι πως η συλλογική ζωή είναι όχι μόνο εφικτή αλλα και ικανή να μας προσφέρει ακριβώς αυτά που η εξατομικευμένη ρουτίνα της καθημερινής ζωής δεν θα μπορέσει ποτέ. Οι συλλογικές διαδικασίες ως απόρροια των πολιτικών προταγμάτων μας, είναι η ρίζα που κάνει τα όνειρα μας να ανθίσουν.Οπότε οι καταλήψεις είναι χώροι που συναντιόμαστε και οργανωνόμαστε ώστε να δώσουμε απάντηση ενάντια στην κανονικοποιημένη πραγματικότητα που θέτει το κράτος, το κεφάλαιο και η πατριαρχία . Είναι χώροι όπου η ιδέα της αλληλεγγύης αναπτύσσεται ως εργαλείο με το οποίο συναντάμε και επεκτείνουμε τους κύκλους μας. Γι’ αυτό, δεν είναι τόσο η “παρανομία” που χαρακτηρίζει την κατάληψη ενός εγκαταλειμένου κτίριου αυτή που ενεργοποιεί τον κρατικό μηχανισμό για μια ενδεχόμενη επιχείρηση εκκένωσης. Είναι περισσότερο ο φόβος πως η αντιπρόταση της κοινότητας που παραθέτουμε, ξεπερνάει ό,τι το κράτος έχει να προσφέρει. Η αλληλεγγύη βλέπετε είναι μεταδοτική. Γιατί όμως επιλέγουμε να δομούμε τις κοινότητες μας μέσα σε καταλήψεις, έξω δηλαδή από τον κόσμο της ιδιοκτησίας;

Η αδιαμεσολάβητη θαλπωρή του “κενού” χώρου

Επιβιώνουμε σε μια πόλη στην οποία όπου σταθείς και όπου βρεθείς οι σχέσεις σου με τους ανθρώπους, η επαφή σου με τα αντικείμενα, οι σκέψεις σου οι ίδιες, όλα διαμεσολαβούνται από το κεφάλαιο και τις σχέσεις εξουσίας που παράγει. Και αυτό γίνεται όλο και πιο ολοκληρωτικό όσο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός και οι τεχνολογίες του. Η ζωή σου απόλυτα καθορισμένη κι εσύ την ακολουθείς. Ο καπιταλιστικός τρόπος αναπαραγωγής σιχαίνεται την τυχαιότητα, καθε τόπος που δεν συντελείται κάποια οικονομική συνδιαλλαγή αποτελεί “κενό” χώρο και διατίθεται ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για ανάπτυξη και εκμετάλλευση. Όταν όλα βασίζονται στις λογικές της ιδιοκτησίας, της οικονομικής συναλλαγής και της διαμεσολάβησης του καπιταλισμού μέσα στις σχέσεις μας, κανένας “κενός” χώρος δεν είναι αποδεκτός. Κάπως έτσι καταλήγουμε σε βουνά που δεν είναι βουνά αλλα αιολικά πάρκα, σε ποτάμια που δεν είναι ποτάμια αλλά υδροηλεκτρικά εργοστάσια, σε θάλασσες που δεν είναι θάλασσες αλλά ιχθυοκαλλιέργιες (παγιδευμένων από τα γεννοφάσκια τους ψαριών) και φυσικά σε πάρκα που δεν είναι πάρκα αλλά εν δυνάμει πάρκινγκ και σε πλατείες που δεν είναι πλατείες αλλά χώρος για τραπεζοκαθίσματα ολόιδιων μεταξύ τους μαγαζιών ή στην καλύτερη εργοτάξια μετρό. Έχουν και οικολογικό αίσθημα πανάθεμά τους και πρέπει να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε τα εμπορευμ… οι άνθρωποι τέλος πάντων που κινούνται μέσα στην πόλη, να γίνονται ακόμα περισσότεροι, να κινούνται ακόμα αποδοτικότερα και να βλέπουν το φως της μέρας ακόμα λιγότερο. Ο ήλιος τους πειράζει τους ανθρώπους, τους κάνει απρόβλεπτους. Όλη αυτή η λογική εκκινεί σίγουρα από την επιθυμία του καπιταλισμού για οικονομική ανάπτυξη αλλά ταυτόχρονα προσφέρει και κάτι ακόμα ιδιαίτερα χρήσιμο για τον κόσμο της εξουσίας. Διαμορφώνει μέσα στην πόλη μια συνθήκη όπου η κάθε μας κίνηση είναι προβλέψιμη. Το τι βλέπουμε, το τι καταναλώνουμε, το τι συζητάμε, το με ποιους βρισκόμαστε όλα είναι προδιαμορφωμένα με τα κατάλληλα logistics. Από την άλλη σε ένα “κενό” χώρο, εισχωρώντας εντός του πέφτει πάνω σου η ευθύνη να τον διαμορφώσεις και να σκαρώσεις τους κανόνες και τις δυνατότητες που σου αναλογούν. Το κράτος σιχαίνεται οτιδήποτε ξεφεύγει από τον έλεγχο του, μισεί λοιπόν τους “κενούς χώρους” όσο αυτοί παραμένουν κενοί. Εμείς από την άλλη τους λατρεύουμε, ένας “κενός” χώρος είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να θέσουμε επι τάπητος τα αντιεξουσιαστικά και αυτοοργανωμένα μας αντανακλαστικά, να αμφισβητήσουμε έμπρακτα τον νόμο της ιδιοκτησίας που αποτελεί τροχοπέδη ολόκληρης της καπιταλιστικής αναπαραγωγής,καθώς και του υποκριτικού αφηγήματος περι δυνατότητας για οικονομική ανέλιξη -λες και όλα έχουμε τις ίδιες ευκαιρίες στη ζωή. Είναι μέσα σε “κενούς” χώρους όπως οι πλατείες, τα πάρκα και τα άδεια σπίτια όπου βρίσκουμε την ευκαιρία να ξεφύγουμε από την ασφυκτική διαμεσολάβηση του κεφαλαίου και του κράτους και να ορίσουμε τις ζωές μας μόνες μας. Να βγούμε έξω από μία πραγματικότητα που η κάθε μας κίνηση και σκέψη είναι προβλέψιμη και να σηκώσουμε την ευθύνη των υπάρξεων μας.

Αυτή η διαδικασία μόνο εύκολη δεν είναι, μη γελιόμαστε, από τη στιγμή που γεννιόμαστε μαθαίνουμε να ζούμε στη βάση του ετεροκαθορισμού και των έτοιμων λύσεων, στη βάση της αυτοματοποίησης και της ευκολίας, εθιζόμαστε σε αυτό και είναι πραγματικά δύσκολο να το διαρρήξουμε. Να ξεβολευτούμε δηλαδή και να αμφισβητήσουμε στην πράξη τα όποια προνόμια μας έχουν αποδοθεί.Το κάνουμε όμως επειδή διαισθανόμαστε την ανάγκη, επειδή δεν μας αρκεί η ζωή που μας επιβάλλουν , επειδή τίποτα δεν συγκρίνεται με το να συνδέεσαι με τα πλάσματα γύρω σου σε έναν “κενό” χώρο, γιατί αυτός ο χώρος που υπάρχουμε μαζί, τελικά μόνο κενός δεν είναι, απλά χρειάζεται να διαισθανθείς τις ανεξάντλητες δυνατότητες που κρύβει.

Η περίπτωση του Κουκακίου

Όλα όσα αναφέραμε παραπάνω σχετικά με τους λόγους και τα κίνητρα πίσω από τα οποία το κράτος εκκενώνει τις καταλήψεις αποτυπώνονται ξεκάθαρα στην περίπτωση της γειτονιάς του Κουκακίου. Γιατί ενώ τα εκκενωμένα σπίτια παραμένουν μέχρι και σήμερα άδεια και “αναξιοποίητα”, στη γύρω γειτονιά έχει στηθεί ένα απέραντο πανηγύρι εξευγενισμού και τουριστικοποίησης, βίαιης αναπαραγωγής. Δεν ξέρουμε αν η κατάσταση θα ήταν καπιταλιστικής διαφορετική εφόσον η κοινότητα έστεκε ακόμα στα απελευθερωμένα της εδάφη, αλλά είναι πασιφανές ότι το κράτος δεν θέλησε να το ρισκάρει. Τα αστυνομικά επιτελεία οργανώνουν τα επιχειρησιακά τους πλάνα με πρόσχημα πάντα τη νομιμότητα που καλούμαστε να υπηρετούμε. Η ίδια η νομιμότητα όμως είναι τα πλαίσια που θέτουν το κράτος και το κεφάλαιο για να διαφυλάξουν τη συνέχειά τους. Εμείς ξεφεύγοντας από το απόλυτο δίπολο νομιμότηταςπαρανομίας βλέπουμε την υπεράσπιση των χωρών μας ως αναγκαία συνθήκη. Τα κράτη έχουν στρατούς και μπάτσους για να διασφαλίζουν την κυριαρχία τους, εμείς έχουμε τις σχέσεις μας, τις ιδέες μας και την ευθύνη να αναλαμβάνουμε δράση και να υπερασπιζόμαστε όλα όσα χτίζουμε μαζί. Η κοινότητα καταλήψεων Κουκακίου ήταν σίγουρα οι δομές, οι κοινωνικές κουζίνες, τα γλέντια, τα λάιβ, οι εκδηλώσεις, οι πολιτικοί αγώνες, που έλαβαν χώρα εντός και εκτός των κατειλημμένων χώρων της και ήταν φυσικά και οι ίδιοι οι κατειλημμένοι χώροι. Η μαχητική υπεράσπιση που επέλεξαν τα συντρόφια μας και για την οποία τώρα διώκονται, ήταν η υπεράσπιση όλων αυτών και ήταν μία ευθύνη που επέλεξαν να πάρουν απέναντι σε έναν πάνοπλο εχθρό που προσπαθεί να δαιμονοποιήσει κάθε κίνηση αμφισβήτησης και ελευθερίας επιβάλλοντας τη λογική του. Κομμάτι της κοινότητας όμως είναι και τα γέλια, οι φιλίες, οι ιστορίες, οι έρωτες, οι διαφωνίες, οι συζητήσεις, οι συνομωσίες, οι εξεγερσιακές πρακτικές που άνθισαν μέσα στους τοίχους των καταλήψεων και που τραβάνε μέχρι σήμερα, δραπετεύοντας από τις εκκενώσεις των μπάτσων. Και είναι εκείνα τα συστατικά που το κράτος δεν θα μπορέσει ποτέ να αποσπάσει με τη βία του και που καθίστανται αρκετά για να συνεχίσουμε να διεκδικούμε μια ζωή με τους δικούς μας όρους. Παρόλη λοιπόν την καταστολή, η κοινότητα συνεχίζει να υπάρχει, να αντιστέκεται συλλογικά, να ανθίζει ακόμα και μετά τις εκκενώσεις και να παίρνει μέρος στους αγώνες του σήμερα.

Μπαίνουμε λοιπόν στα άδεια σπίτια γιατί μόνο έξω απο τις οικονομικές συνδιαλλαγές που μας καταπνίγουν στην πόλη μπορούμε να έρθουμε κοντά σε αυτό που ονειρευόμαστε για μας τα ίδια, για να ανακαλύψουμε τελικά τι είμαστε αλλά και εκείνο που θέλουμε να γίνουμε.

Μας βγάζουν από τα άδεια σπίτια γιατί δεν μπορούν να ανεχτούν τους χώρους όπου η λειτουργία τους καθορίζεται από μας τα ίδια, φοβούνται τι μπορεί να δημιουργήσει μια συνθήκη όπου τα προβλήματα και επιθυμίες μας ξεφεύγουν από τα όρια της εσωστρέφειας οι που φέρει ο επιβαλλόμενος ατομικισμός, γιατί η μανία τους για εξουσιαστική ολοκλήρωση, δεν μπορεί να επιτρέψει χώρους μέσα στην πόλη όπου οι άνθρωποι προσπαθούν να αποτινάξουν από πάνω τους το κεφάλαιο, την πατριαρχία, το έθνος και τον καπιταλισμό.

Οι καταλήψεις ήταν και παραμένουν από τους λίγους ακόμα “κενούς” χώρους μέσα στην πόλη. Τόσο κενοί που αντιλαλούν οι φωνές και τα τραγούδια μας. Και θα συνεχίσουμε να τις υπερασπιζόμαστε, αντιστεκόμενα στην ποινικοποίηση των ζωών και των σχέσεων μας.

Αλληλεγγύη στα συντρόφια μας που ενα χειμερινό απόγευμα του ‘20 στάθηκαν με όλο τους το είναι απέναντι σε έναν στρατό απο μπάτσους για να υπερασπιστούν τη ζωή απέναντι στην απονέκρωση, για να διαφυλάξουν έναν “κενό” χώρο απέναντι σε τόσα και τόσα κενά μυαλά. Πράγματι έπεσαν πάνω στα κεφάλια τους… και η ηχώ απο το γδούπο αντήχησε σε κάθε “κενό” χώρο εκεί έξω.

10-100-χιλιάδες ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ

ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΑΓΩΝΑ ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΜΕ ΖΩΕΣ ΠΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΙΣ ΖΗΣΕΙΣ

ΣΤΟ ΚΟΥΚΑΚΙ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΞΕΦΤΙΛΙΣΑΝ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ

2/12 ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ ΣΤΙΣ 9:00, κτήριο 8 αίθουσα 2 (για το εφετείο της ματρόζου 45)

Κατειλημμένο κοινωνικό κέντρο Ζιζάνια

(επισυνάπτουμε το αρχείο με το μπροσουράκι που τυπώθηκε με βάση το παραπάνω κείμενο-κάλεσμα σε ψηφιακή μορφή)

Αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους / Κάτω τα ξερά σας από τα συντρόφια της κατάληψης Ματρόζου

Σε μια κοινωνία που ασφυκτιά, όταν το κράτος δεν έχει τίποτα πια να υποσχεθεί, θωρακίζεται με τον τρόπο που μπορεί∙ τη διασπορά φόβου και την καταστολή. Σε αυτό το περιβάλλον, ο αναρχικός- αντιεξουσιαστικός χώρος βρίσκεται σταθερά στο στόχαστρο της κρατικής επιθετικότητας, ενώ οι κατειλημμένοι χώροι, οι οποίοι αποτελούν αντιπρόταση συλλογικής ζωής, αλληλεγγύης και μοιράσματος, αντίστασης και αγώνα, θα πρέπει να εξαλειφθούν.

Τον Αύγουστο του 2019, η δεξιά διακυβέρνηση, μέσα από τη ρητορική του “άβατου” των Εξαρχείων και των καταλήψεων ως χώρων ανομίας, ενέτεινε την καταστολή στους κατειλημμένους χώρους. Τον ίδιο χειμώνα, ακολούθησε το τελεσίγραφο του υπ. Προ.Πο., Μ. Χρυσοχοϊδη, που καλούσε σε οικειοθελή εκκένωση των καταλήψεων εντός 15 ημερών ή διακανονισμό με τους ιδιοκτήτες. Ένα αδιανόητο κάλεσμα σε συνθηκολόγηση με το κράτος και συμμόρφωση με τις θεσμικές οδούς.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον πραγματοποιήθηκε η κατασταλτική επίθεση στην ανακατειλημμένη Ματρόζου και στους/ις αλληλέγγυους/ες που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα. Το σπίτι της Ματρόζου 45 αποτέλεσε αναπόσπαστο κομμάτι της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου, που δημιουργήθηκε το 2017 και απαρτιζόταν από τρία εγκαταλελειμμένα σπίτια, τα οποία με συλλογική δουλειά λειτούργησαν ως καταλήψεις στέγης και αγώνα για περίπου 3 χρόνια. Η υπεράσπιση της Ματρόζου αποτέλεσε ανάχωμα στις κατασταλτικές επιθέσεις της περιόδου και συμπύκνωσε την απάντηση όλων των καταληψιών απέναντι στο τελεσίγραφο, που τσαλακώθηκε και επιστράφηκε αυτούσιο.

Στις 2/12 δικάζονται σε δεύτερο βαθμό οι καταληψίες της Ματρόζου. Πρωτόδικα καταδικάστηκαν σε 77 μήνες, σε μια απόπειρα τρομοκράτησης και παραδειγματισμού ολόκληρου του καταληψιακού κινήματος. Στο εφετείο, τα συντρόφια μας, που απειλούνται πλέον με ποινές φυλάκισης, δεν θα είναι μόνα τους.

Απέναντι στις διώξεις και την καταστολή των καταλήψεων απαντάμε με αμέριστη αλληλεγγύη, με ανακαταλήψεις, με νέες καταλήψεις, και ανυποχώρητη υπεράσπισή τους.

Αλληλεγγύη στις καταλήψεις και τους αυτοοργανωμένους χώρους

Κάτω τα ξερά σας από τα συντρόφια της κατάληψης Ματρόζου

Πορεία: Σάββατο 29/11, 13:00, Πλατεία Μερκούρη, Πετράλωνα

Συγκέντρωση αλληλεγγύης: Τρίτη 2/12, 9.00 Δικαστήρια Ευελπίδων

Αυτοδιαχειριζόμενο κατειλημμένο έδαφος Αγρός

κείμενο στήριξης και αλληλεγγύης και αφίσα-κάλεσμα στα δικαστήρια και στην πορεία από το Αναρχικό Στέκι Υπόκεντρο

Στις 11 Γενάρη του 2020, τα συντρόφια από την Κοινότητα Καταλήψεων Κουκακίου, μαζί με πλήθος αλληλέγγυου κόσμου, προχωρούν στην παράλληλη ανακατάληψη των κτηρίων της Ματρόζου 45 και της Παναιτωλίου 21, μετά από χρόνια διαρκούς υπεράσπισης των καταλήψεων αυτών από εκκενώσεις που πραγματοποιούσε το κράτος (με τη διαχείριση του Σύριζα το 2018 και της ΝΔ το 2019 και 2020). Η συγκεκριμένη ανακατάληψη θα αποτελέσει μία πράξη αντίστασης στο ζοφερό τοπίο που επεδίωκε να εδραιώσει το κράτος με το τελεσίγραφο του Χρυσοχοΐδη ενάντια στις καταλήψεις και την γενικότερη επίθεση στους από τα κάτω. Μέσα σε αυτό το τοπίο (2φορες) καταστολής, η κίνηση των ανακαταλήψεων στο Κουκάκι αποτέλεσε ένα φωτεινό παράδειγμα αντίστασης το οποίο, όχι μόνο ενέπνευσε και πλαισιώθηκε από τεράστιο κομμάτι του εγχώριου κινήματος αλληλεγγύης, αλλά αποτέλεσε ένα ανάχωμα στις αλλεπάλληλες εκκενώσεις που πραγματοποιούσε το κράτος στο διάστημα εκείνο. Η επιλογή, μάλιστα της πολύωρης δυναμικής υπεράσπισης των κατειλημμένων κτηρίων που αμφισβήτησε το μονοπώλιο της βίας του κράτους, δημιούργησε μία παρακαταθήκη την οποία επέλεξαν να συνεχίσουν και άλλες καταλήψεις που δέχτηκαν επίθεση αργότερα.

Η καταστολή και οι διώξεις που ακολούθησαν τη κίνηση αυτή με τις πέντε συλλήψεις μέσα από το κτήριο της Ματρόζου, άλλες οχτώ από αυτό της Παναιτωλίου, αλλά και εκείνες που έγιναν από την επίθεση των μπάτσων στον αλληλέγγυο κόσμο απ’ έξω, καθώς και το ξύλο που έριξαν τα σκουπίδια της ΕΛΑΣ, έρχονται να προστεθούν στα ήδη πολλά δικαστήρια της Κοινότητας από τις εκκενώσεις των προηγούμενων χρόνων, με τα δικαστικά έξοδα να φτάνουν σε υπέρογκα ποσά. Αυτή τη φορά όμως η εκδικητικότητα του κράτους είναι τέτοια που αναδεικνύει το πολιτικό πλήγμα που δέχτηκε, μετατρέποντας τη δίκη των συλληφθέντων από την κατάληψη Ματρόζου σε πεδίο άσκησης πολιτικής εξουσίας και καταστολής. Η πρωτόδικη ποινή καταδίκασε τα συντρόφια σε 6,5 χρόνια φυλάκισης με αναστολή ως το εφετείο απειλώντας με το πρωτοφανές -για τα εγχώρια δεδομένα- ενδεχόμενο της φυλάκισης καταληψία, με την πρόταση για ολική έκτιση της ποινής!

Όπως αναφέρουν και τα ίδια συντρόφια:

“Η απαίτηση για τη φυλάκιση των συντροφιών μας ήρθε επίσημα και δημόσια από την πολιτική εξουσία. Πλάνα από την εκκένωση κατέκλυσαν τα ΜΜΕ και έγιναν δηλώσεις με το αίτημα της παραδειγματικής τιμωρίας των συντροφισσών/συντρόφων, μέχρι και από τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη και τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοΐδη. Η πολιτική εξουσία ενήργησε επιπρόσθετα προς τη δίωξη: οι μπάτσοι (…)) έκαναν μήνυση στα συντρόφια μας, με το δικηγορικό γραφείο του Πλεύρη να αναλαμβάνει την υπόθεση μαζί με διάφορους άλλους παρατρεχάμενους δικηγόρους-υπερασπιστές μπάτσων. “

Η καταφανής αυτή προσπάθεια επιβολής του δόγματος «Νόμος και Τάξη» από την κρατική εξουσία γίνεται, μάλιστα, με όχημα τον νέο Ποινικό Κώδικα (του 2024) -και παρ’ ότι αυτός επηρεάζει μόνο το δικονομικό κομμάτι της υπόθεσης- επιδιώκει να δυσχεράνει τους όρους διεξαγωγής και αυτής της δίκης, αναδεικνύοντας την ταξική διάσταση του νομοθετικού και δικαστικού συμπλέγματος.

Το εφετείο της δίκης στις 2 Δεκέμβρη αποτελεί ένα κομβικό σημείο για την ιστορία των αντιστάσεων των καταλήψεων και θα είμαστε όλα εκεί για να κάνουμε ένα πράγμα ξεκάθαρο: Ούτε να το σκέφτεστε…

Απέναντι στην επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου, επανέρχονται επίμονα οι απαντήσεις, η συσπείρωση και η επιλογή αγώνα, όσων αναλαμβάνουν να δράσουν απέναντι σε αυτό που προσπαθούν να παρουσιάσουν ως προδιαγεγραμμένο μέλλον. Μια πραγματικότητα θανατοπολιτικής, πολέμων, αναζωπύρωσης εθνικιστικών φρονημάτων, βίαιης φτωχοποίησης όλο και μεγαλύτερων κομματιών της κοινωνίας (από τα 13ωρα μέχρι τα αυξανόμενα εργατικά ατυχήματα, την ακρίβεια, τη νοηματοδότηση της κατοικίας ως προϊόντος που θα επιλυθεί μέσω στεγαστικών δανείων) με το ιδεολόγημα της πρόσδεσης στο όραμα της ανάπτυξης με κάθε κόστος. Η όξυνση των αντιστάσεων σε διαφορετικά πεδία τα τελευταία χρόνια, από τους δρόμους που πλημμύρισαν απαντώντας στις κρατικές δολοφονίες των Τεμπών, το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, τις κινητοποιήσεις εκπαιδευτικών και γιατρών, τις απαντήσεις απέναντι στον εξευγενισμό σε γειτονίες του κέντρου, επαναφέρει την επιλογή του αγώνα που προσπαθούν να σβήσουν η οποία παραμένει πάντα εκεί. Και παρά τη βία του κράτους, παρά την υπεροπλία της καταστολής, παρά την αναβάθμιση των νομικών εργαλείων εις βάρος των από τα κάτω, επιστρέφει και πλανάται απειλητικά πάνω από τα κεφάλια όσων καταδυναστεύουν τις ζωές μας.

Από τη μεριά τους, οι καταλήψεις και τα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα αγώνα αποτελούν σημεία πολιτικής ζύμωσης, τόπους συνάντησης και αμφισβήτησης των κυρίαρχων σχέσεων και της ιδιοκτησίας, ενάντια στον κόσμο της εξουσίας, της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Αποτελούν αναχώματα στον εθνικιστικό και πατριωτικό οχετό, στο ρατσισμό και το φασισμό, στην πατριαρχία, στις κραυγές για συστράτευση σε εθνικούς πολέμους καθώς και στην ανάπτυξη και τον εξευγενισμό. Σήμερα, μάλιστα, που η επέλαση του εξευγενισμού συνεχίζει αμείωτη απειλώντας τους όρους επιβίωσής μας, το καταληψιακό όραμα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Το παράδειγμα της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου ήταν ακριβώς αυτό: σε μία άκρως εξευγενισμένη και τουριστική περιοχή, τρία σπίτια τα οποία πέραν της στεγαστικής ανάγκης, φιλοξενούσαν ανοιχτές δομές (όπως βιβλιοθήκη, λουτρά και πλυντήρια, χαριστικό παζάρι ρούχων) και συμμετείχαν σε αγώνες ενάντια στον εξευγενισμό του Κουκακίου και την περίφραξη του λόφου Φιλοππάπου, ενάντια στα κέντρα κράτησης μεταναστ(ρι)ών και την πατριαρχία, σε αλληλεγγύη με πολιτικούς κρατούμενους και πολλά άλλα. Με άλλα λόγια η Κοινότητα Καταλήψεων Κουκακίου αποτέλεσε μία δοκιμή στο τώρα του οράματος για έναν άλλο, δίκαιο και ελεύθερο κόσμο και ως τέτοια θα την υπερασπιστούμε. Γιατί μέσα από τις καταλήψεις και τα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα αγώνα, παλεύουμε με όπλα μας τη συλλογικοποίηση, την αλληλεγγύη και τη δράση στο εδώ και το τώρα, για την συλλογική και ατομική απελευθέρωση.

ΚΑΝΕΝΑ ΜΟΝΟ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΚΑΤΩ ΤΑ ΞΕΡΑ ΣΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ

ΑΝ ΔΕΝ ΑΝΤΙΣΤΑΘΟΥΜΕ Σ’ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ, ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΜΑΣ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝΕ ΜΟΝΤΕΡΝΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ

Αναρχικό στέκι Υπόκεντρο

ypokentro@espiv.net

ypokentro.espivblogs.net

Αραχώβης 42, Εξάρχεια

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΛΗΨΙΕΣ ΤΗΣ ΜΑΤΡΟΖΟΥ


ΚΑΜΙΑ ΚΑΤΑΛΗΨΙΑΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ

Στις 2 δεκέμβρη δικάζονται σε δεύτερο βαθμό οι καταληψίες της Ματρόζου 45. Η εν λόγω κατάληψη αποτελούσε κομμάτι της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου οι οποία περιελάμβανε άλλες 2 καταλήψεις στην περιοχή. Αμφισβητώντας τον ιερό θεσμό της ιδιοκτησίας/αποκλεισμού από τη χρήση κτιρίων που είχαν παρατηθεί χρόνια στη μοίρα τους να σαπίζουν, κάποιοι τα χρησιμοποιήσαν για να καλύψουν κοινωνικές ανάγκες των από τα κάτω. Πρωτόδικα οι καταληψίες έφαγαν 6,5 χρόνια έκαστος με αναστολή και αν αυτή η ποινή επικυρωθεί και στο εφετείο κινδυνεύουν ακόμα και με φυλάκιση. Γιατί τόσο μεγάλη ποινή; Γιατί οι καταληψίες είχαν το θράσος να αντέχουν επί 3 χρόνια και να μην τους πτοούν οι κατασταλτικές και φασιστικές/παρακρατικές επιθέσεις. Να μην τους πτοούν οι εκκενώσεις και να ανακαταλαμβάνουν πάλι τα κτίρια. Και να υπερασπίζονται όπως μπορούν τις δομές που με κόπο, ανιδιοτέλεια και συλλογική δουλειά δημιούργησαν (όχι μόνο για πάρτη τους αλλά και για όσους άλλους ήθελαν να ενταχθούν στην κοινότητά τους).

Κι εδώ είναι το πραγματικά επικίνδυνο για τις κάθε είδους εξουσίες. Κάποιοι άνθρωποι αποφάσισαν αυτοοργανωμένα να καλύψουν τις στεγαστικές ανάγκες τους αφενός κόντρα στις ατομικές “λύσεις” που με κάθε τρόπο προωθεί αυτή η εποχή και αφετέρου κόντρα “στη σκλαβιά που προτείνεται για την τάξη μας, ώστε να δουλεύουμε όλη μέρα ίσα ίσα για να συντηρούμε ένα σπίτι” και κόντρα “στο καθεστώς ανοχής, είτε στην οικογενειακή εστία ή την δομή κάποιου θρησκευτικού, κρατικού ή ιδιωτικού φιλανθρωπικού οργανισμού”. Και όχι μόνο αυτό αλλά κόντρα στην κατασυκοφάντηση των καταλήψεων και των αντιεξουσιαστών από την κρατική και μηντιακή προπαγάνδα βγήκαν από την πρώτη στιγμή (με συνέπεια και συνέχεια) δημόσια στη γειτονιά λέγοντας ξεκάθαρα ποιοι είναι και τι κάνουν και συνάπτοντας σχέσεις με κατοίκους της περιοχής.

Όμως υπάρχει και κάτι ακόμα πιο επικίνδυνο. Οι καταληψίες δεν αρκέστηκαν στην κάλυψη των δικών τους αναγκών αλλά τη χρησιμοποιήσαν και ως άλλο ένα κέντρο αγώνα ενάντια στην εκμεταλλευτική οργάνωση της κοινωνίας. Είτε όσον αφορά πιο τοπικούς αγώνες σε σχέση με τους δημόσιους χώρους (π.χ. ο αγώνας μαζί με άλλους κατοίκους προκειμένου να μη μετατραπεί ο λόφος του Φιλοπάππου σε άλλη μια τουριστική ατραξιόν με εισητήρια, περιφράξεις και μπάτσους) ή σε σχέση με τα υπέρογκα ενοίκια που ανάγκαζαν κόσμο να φύγει από τη γειτονιά ελέω τουριστικοποίησης και airbnb. Είτε αφορά αγώνες αλληλεγγύης στους μετανάστες και ενάντια στα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αγώνες ενάντια στην καταστολή, δράσεις αλληλεγγύης σε άλλες καταλήψεις, δράσεις αντιφασιστικού και αντισεξιστικού περιεχομένου, δράσεις αλληλεγγύης σε φυλακισμένους αγωνιστές και γενικά δράσεις απέναντι σε ένα σύστημα που ξερνάει θάνατο, εκμετάλλευση και βαρβαρότητα.

Για όλους αυτούς τους λόγους είναι που η πολιτική, δικαστική και αστυνομική εξουσία έχει λυσσάξει να καταδικαστούν οι καταληψίες της Ματρόζου. Και κλαίγονται οι μπάτσοι γιατί κάποιοι δεν έπεσαν αμαχητί (αλλά όπως λένε και οι ίδιοι “μπορεί να πέσαμε αλλά πέσαμε στο κεφάλι τους”) και μιλούν για δολοφονικές επιθέσεις εναντίον τους οι πάνοπλοι ράμπο που δε δίστασαν να εισβάλλουν σε γειτονικό σπίτι άσχετο με την κατάληψη και να τραμπουκίσουν και να διώξουν ποινικά τους κατοίκους του (βλ. υπόθεση Ινδαρέ). Έχουν σκυλιάσει γιατί παρ’ όλες τις συλλήψεις, το ξύλο και τους τραμπουκισμούς (μέχρι και πλαστικές σφαίρες έριξαν στους καταληψίες) οι εξουσίες δε βλέπουν απέναντί τους μετανοημένους και φοβισμένους ανθρώπους αλλά αγωνιστές που εξακολουθούν να στηρίζουν πολιτικά τις επιλογές τους. Από την άλλη είναι για όλους αυτούς τους λόγους που όλοι οι από τα κάτω αυτού του κόσμου πρέπει να σταθούμε αλληλέγγυοι στους καταληψίες της Ματρόζου.

Για περισσότερα επισκεφτείτε το https://nosquatterinprison.noblogs.org/

αυτόνομη αντιεξουσιαστική συνέλευση ενάντια σε παλιές και νέες κανονικότητες Barricada

Text by the solidarity assembly (english, french, spanish and german)

NO SQUATTER IN PRISON

FIRE TO ALL PRISONS

LETS SQUAT THE EMPTY HOUSES

TUESDAY DECEMBER 2nd, 9.00 am, EVERYONE TO THE ΑPPEAL COURT (EFETEIO)

On the 2nd of December 2025, comrades will be on trial at the court of appeal for combatively defending the buildings of the Koukaki Squats Community in January 2020. The Koukaki Squats Community was created in 2017 and was formed by 3 abandonded houses (Matrozou 45, Panaitoliou 21, Arvali 3) which became livable through collective labour and served as housing squats and places of struggle for about 3 years. The doors of the houses were open to anyone who wished to fight back state violence and injustice, to anyone who was in need of shelter or the structures of social solidarity that operated in the community, to anyone who wished for a collective way of living and also to the people of the neighborhood. Apart from the assemblies and the events that were hosted, in the squatted houses there was also a series of structures: the lending library, the public baths and washing machines and the free shop. The Community participated in struggles for the squatting and the antifascist movement, in solidairty with political prisoners, against gender violence, patriarchy, racism, the exploitation of nature, against gentrification and touristification of Koukaki, against the privatization of Filopapou hill and more. Within these three years the houses of the Community became the target of fascist attacks (3 arson attacks in Panaitoliou), they were evicted, with the police forces using all kinds of violence (beating, plastic bullets, sound grenades, chemicals) towards the squatters to throw them out of their houses and towards any other person that stood as an obstacle against the generalized state attack on squatted places. The houses of the Commuity, up until today -5 years after the last evictions- are rotting in the neighborhood of Koukaki, while at the same time the state has arranged for their sale to real estate companies in order to turn them into extremely expensive and luxurious apartments, in the nowdays completely touristified neighborhood of Koukaki.

The residents actively denfended their houses in every police invasion. Specifically, the Matrozou squat had already been evicted 2 times (in 2018 and in 2019 in parallel with the evictions of Panaitoliou and Arvali) until the moment of the reoccupation-eviction in 2020, resulting in squatters being tried for their political choices.

In the coming period, there are two upcoming trials for the people who defended the houses of the Koukaki Squats Community. On October 29th, the two squatters who defended the house of Panaitoliou after a police operation in 2029 are on trial. And on December the squatters who defended the house of Matrozou 45 during the resquatting of the building in 2020 are being tried in the second instance. In the same way as in the previous courts that have taken place, our comrades will defend their political positions, their relationships, the struggles they fought for and the structrures they created.

The demand for the imprisonment of our comrades came officially and publicly from the political authorities. Footage from the eviction flooded the mass media while official statements asked for the exemplary punishment of the comrades. These official statements even came from the prime minister K. Mitsotakis and the head of the ministry of civil protection Μ. Chrisochoidis. The political authorities took additional action to prosecute our comrades: the cops filed a lawsuit against our comrades less than one month after the failed show put on during the eviction of Matrozou 45, when one of the neighboors of the squat, named Indares, was beaten up on his rooftoop right after the police had failed to find the squatters in the house. On top of that, one of the law firms that took on the case, along with the random defense attorneys of the cops, was the law firm of Plevris*. Varela, Plevri’s collegue and parliamentary candidate with the party of New Democracy*, tried to support the civil suit against the squatters but was later dismissed by the court. However, the very next day after the trial she lied publicly in mass media about the outcome of the first instance court, in one of her attempts to gain political value through the case. As if all this were not enough, the representatives of the greek police forces again filed a lawsuit and a complaint with the prosecutor because he did not prosecute the defendants for attempted murder. The last development which higlights the hostility of the state towards our comardes is the law suit that was filed last August. With this, they accuse our comrades of damaging cops’ uniforms and demand monetary compensation.

The result of all the above is the exhaustion of the criminal severity of the court of first instance, which sentenced our comrades to 6,5 years of suspended imprisonment until the appeal, even though no comrade is individually identified for any charge. In a different court case, three of the cops that filed a lawsuit against our comrades were prosecuted for the beating and the serious injury of an elderly person. Yet, these cops were acquitted because the elderly person “couldn’t identify who exactly beat him up”. In the court case of Koukaki, even though the cops couldn’t recognize who did what, the judicial authorities sentenced our comrades to 6,5 years of imprisonment with a last-minute suspension of the sentencing, pending the appeal.

Τhis specific case is important, not only because it brings to light the obsessive repressive state policies against squats, but also because the possibility of imprisonment for our comrades will set the precedence for the implementation of the severity of the new criminal code and the new penal code, which both open the door to the possibility of imprisonment for a wider group of people, even for misdemenaor charges.

The new criminal code increases overall the maximum limits of the sentences and at the same time restricts the conditions for granting a suspension or remission of part of the sentence. As a result, it makes it mandatory to serve the sentence in full or in part even for misdemenaor charges (f.ex. actual serving of the sentence for convictions from 1 to 3 years) which leads to the generalization of the punishment of imprisonment. Not only does it become easier for many people to be imprisoned, but the confinment in prison becomes even more brutal, with the time of actual serving of the sentence is being increased (f.ex. this is enforced through the imposition of stricter conditions for the conditional release, regardless of the completion of the period of detention and through the restriction of prisoners’ rights of communication and leave). The further racist dimension of the new penal code, in combination with the recent anti-immigration law, is reflected in the provisions that make the lack of legal documents for migrants a criminal offense, the reinstatement of the deportation of foreigners as a “security measure” (a provision that had previously been abolished), in administrative deportation, which can now take place even before a court decision has been issued, in the increase in the fine for lack of documents, and in the extension of the period of detention of migrants in detention centers. It is abundantly clear that the state’s new criminal arsenal criminalizes more and more practices of survival and resistance and increasingly broadens the range of social groups that will face imprisonment. Although the case of our comrades for the reoccupation of Matrozou was tried under the provisions of the previous criminal code, it took place during the period when the new criminal code was being implemented.

The evictions of the houses of the Koukaki Squats Community did not take place in a vacuum, but were part of an organized plan to repress all squatted spaces throughout the country in an effort to weaken the anarchist movement. The infamous 15-day deadline given to the squatters, through Chrysochoidis’s well-known “ultimatum” to abandon or legalize all squats, went unheard. Reocuppations, new squats, and a wave of solidarity with those defending the houses of the struggle unfolded in the following period. The repressive plan against squats (migrant squats, political squats, housing squats) was accompanied by the law on restricting demonstrations, the regime of pre- emptive arrests, and the prohibition of movement during the quarantine period, thus establishing the doctrine of law and order proclaimed by the ones in parliamentary chairs. A doctrine that is completed by the concept of “national security”, in the name of which, migrants are murdered at the borders while the population in prisons increases rapidly with unfounded and fabricated charges (e.g., the case of A. Floros, the two volunteer firefighters from Patras, etc.). The attacks on squats and those who defend them and fight for a self-organized and non-authoritarian society go hand in hand with the intensification of the new penal code and the further devaluation of our lives (e.g., inflation, individual employment contracts and 13 hours of wage slavery, restriction of trade union rights, disciplinary and expulsion of students, privatisation in the health, education and public transportation sectors, the housing crisis, the handover of public spaces to private owners, and the destruction of the natural environment). Squats and the people who organize around them will always be one of the state’s ”internal enemies”, as we are two worlds in collision. In the face of state murders (e.g., Tempi, Pylos), the genocide in Palestine and interstate interests, we are fighting for a world without wars, borders and states. In the face of murders by cops and bosses (e.g., the cases of Sampanis, Fragoulis, Manioudakis, Kariotis), we respond with rage and fight for a world without divisions and discrimination. These are political positions that flourish in squats and reflect another world.

Squats cover social needs

Squats find collective solutions to seemingly individual needs. Housing, electricity, water, food, and clothing are some of the basic needs that are collectively met in squats. In addition, specific spaces are used to house health counter-structures (e.g the Exarcheia Self-Organized Health Structure) or production structures (e.g VIOME) as well as diy music studios, etc. In these spaces, we attempt to build an environment of self-defence against gender-based, racist, and all forms of authoritarian violence. They are living examples of the collective expression of self-organization, solidarity, and mutual aid against the capitalist way of life.

are means of struggle

They are spaces for organizing political and social struggles (meetings, assemblies, events, structures, storage of materials, shelter, bases for attack). In neighborhoods, they often serve as social centers. We are not referring only to political and housing spaces of the movement and of other marginalized groups such as migrants. We are also referring to squats as a means of struggle in social/political mobilizations, such as squats in general strikes or hunger strikes, squatting in solidarity with Palestine, university and school squats, occupations of means of production, and land occupations against the plundering of nature. The radical nature of squats lies in the fact that they challenge ownership and, for this reason, as long as they exist, the state will always treat them as illegal.

and realize our values today

The political positions of equality, horizontality/anti-hierarchy, freedom, solidarity, self-organization, inclusivity, and the struggle for another world without exploitation and oppression find the space to become reality. In squats, we learn to listen, to discuss, to take a step back, to respect one another. We don’t wait for conditions to mature on their own; we take our lives into our own hands,”in the hear and now ”.

In the face of the violence of law and order, we remain lawless.

Our justice is social, not judicial. It is built in the streets and the spaces of struggle, not in courtrooms that systematically reproduce the values of domination, perpetuating social and class oppression, whitewashing rapists, politicians, and uniformed murderers on a daily basis. That is why the defense of squats cannot be separated from their overall political activity. The prosecution and sentencing of our comrades to 77 months is aimed at terrorizing and attempting to set an example of the entire squatting movement. As with the Koukaki Squatts Community, the repressive treatment of the comrades from the ”Steki Viologiko” resulted in their sentencing to 61 and 41 months. The political position of squatting in a world where free spaces are constantly being restricted remains more relevant than ever, despite the persecution of squatters. In defiance of the climate of repression, new squats have opened, reoccupations have taken place, and squatted communities will always spring up.

Facing the judicial and financial hostage-taking, as well as the possibility of imprisonment of our comrades, we defend our choices, our spaces, our political positions. In the face of deepening repression and surveillance, we propose communities of struggle and solidarity. In the face of increasing misery and introversion, we stand together in every way possible. Until every prison is torn down.

WE CALL TO THE APPEAL COURT( EFFETEIO) ON TUESDAY, DECEMBER 2ND, AT 9:00 A.M.

NO SQUATTER IN PRISON

SOLIDARITY WITH THE KOUKAKI SQUATS COMMUNITY

WE DEFEND OUR SQUATS AND OUR RELATIONSHIPS

Solidarity Assembly to the squatters of the Koukaki Squats Community


PAS DE SQUATTEUR.EUSE EN PRISON

FEU À TOUTES LES PRISONS

SQUATTONS LES MAISONS VIDES

MARDI 2 DÉCEMBRE, 9H00, TOUSTES À LA COUR D’APPEL (EFETEIO)

Le 2 décembre 2025, des camarades sont jugé.es par la cour d’appel pour avoir défendu avec vigueur les bâtiments de la Communauté des Squats de Koukaki en janvier 2020. La Communauté des Squats de Koukaki a été créée en 2017 et consistait en trois maisons abandonnées (Matrozou 45, Panaitoliou 21, Arvali 3) rendues habitables grâce au travail collectif et qui fonctionnaient comme squats de logement et de lutte pendant environ trois ans. Les portes des maisons étaient ouvertes à toustes celleux qui souhaitaient lutter contre la violence et l’injustice d’État, à toustes celleux qui avaient besoin d’un abri ou des structures de solidarité sociale qui étaient actives au sein de la communauté, à toustes celleux qui aspiraient à un mode de vie collectif, ainsi qu’aux habitant.es du quartier. Outre les assemblées et les événements organisés, dans les maisons squattées fonctionnaient également des structures diverses : une bibliothèque de prêt, des bains publics, une laverie et une épicerie solidaire. La communauté participait aux luttes du mouvement de squats et du mouvement antifasciste, en solidarité avec les prisonnier.es politiques, contre les violences faites aux femmes, le patriarcat, le racisme, l’exploitation de la nature, contre la gentrification et la touristification de Koukaki, contre la privatisation de la colline de Filopapou, et bien d’autres causes. Durant ces trois années, les maisons de la Communauté furent la cible d’attaques fascistes (trois incendies à Panaitoliou), mais aussi des expulsions, pendant lesquelles les forces de police ayant recours à toutes sortes de violences (coups, balles en caoutchouc, grenades assourdissantes, gaz lacrymogènes) pour chasser les squatteur.euses de leurs logements, ainsi que toute personne faisant obstacle à l’attaque généralisée de l’État contre les squats. Cinq ans après les dernières expulsions, les maisons de la Communauté pourrissent même aujourd’hui dans le quartier de Koukaki, tandis que l’État a orchestré leur vente à des agents immobiliers afin de les transformer en appartements de luxe hyper-chères, dans ce quartier désormais entièrement touristique. Les résident.es ont défendu leurs maisons lors de chaque intervention policière. Plus précisément, le squat Matrozou avait déjà été évacué deux fois (en 2018 et en 2019 simultanément aux expulsions de Panaitoliou et Arvali) avant la réoccupation-expulsion de 2020, ce qui a conduit aux squatteur.euses d’être jugé.es pour leurs choix politiques.

Dans les prochains mois, deux procès sont prévus pour les personnes ayant défendu les maisons de la communauté des squats de Koukaki. Le 29 octobre seront jugé.es les squatteur.euses qui ont défendu la maison de Panaitoliou après une opération policière en 2019. Le 2 décembre, les squatteur.euses qui ont défendu la maison de Matrozou 45 lors de la réoccupation de l’immeuble en 2020 seront jugé.es au 2me degré. Pareillement aux procès précédents, nos camarades défendront leurs convictions politiques, leurs relations, les luttes qu’iels ont menées et les structures qu’iels ont créées au sein des maisons.

La demande d’emprisonnement de nos camarades est venue officiellement et publiquement des autorités politiques. Les images de l’expulsion ont inondé les médias, tandis que des déclarations officielles, par le premier ministre K. Mitsotaki et le ministre de protection civile M. Chrisochoidi, réclamaient une punition exemplaire pour les camarades. L’autorité politique a pris des mesures supplémentaires pour persécuter nos camarades : la police a fait une plainte contre les camarades, moins d’un mois après le désastre de l’expulsion du squat de Matrozou 45, pendant laquelle un voisin du squat, nommé Indares, a été blessé sur son propre toit, juste après l’échec de la police à localiser les squatteur.euses dans la maison. De plus, à côté des avocats qui ont pris en charge l’affaire, est aussi le cabinet de Plevris*. Varela*, collègue de Plevri et candidate du parti Nouvelle Démocratie (Nea Dimokratia – le parti de K. Mitsotakis)* aux élections législatives, a tenté de défendre le procès civil contre les squatteur.euses, mais a été enfin rejetée par la cour. Pourtant, dès le lendemain du procès, elle a menti publiquement dans les médias sur le verdict du tribunal du premier degré, dans une tentative de se profiter politiquement de cette affaire. Puis, les représentants de la police grecque ont de nouveau porté plainte aux camarades et se sont plaints devant le procureur pour ne pas avoir poursuivi les accusé.es pour tentative de meurtre. Dernière révélation de l’hostilité de l’État envers nos camarades : la plainte déposée en août dernier, dans laquelle nos camarades sont accusé.es d’avoir endommagé des uniformes de policiers, en demandant de remboursement pour les dégâts.

Comme résultat la cour du premier degré a épuisé toutes les capacités de sévérité pénale, en condamnant nos camarades à six ans et demi de prison avec sursis, jusqu’à la cour de l’appel, alors même qu’aucun.e d’entre eux n’est nommément accusé.e. Dans une autre affaire, trois de ceux policiers qui avaient porté plainte contre nos camarades ont été poursuivis pour coups et blessures volontaires ayant entraîné des blessures graves sur une personne âgée. Pourtant, ils ont été acquittés car la victime « n’a pas pu identifier précisément ses agresseurs ». Dans l’affaire de Koukaki, bien que les policiers n’aient pas pu déterminer les actions de chacun.e, la justice a condamné nos camarades à six ans et demi de prison, avec un sursis de dernière minute dans l’attente de l’appel.

Ce cas précis est important, non seulement parce qu’il met en lumière la répression menée par l’État contre les squats, mais aussi parce que la possibilité d’emprisonnement pour nos camarades pourrait créer un précédent quant à l’application des dispositions plus strictes du nouveau code pénal et du nouveau code pénitentiaire, qui ouvrent la voie à l’emprisonnement d’un plus grand nombre des commbatant.e.s et camarades, même pour des délits mineurs. Le nouveau code pénal prévoit l’augmentation globale des limites supérieures des peines et le durcissement simultané des conditions d’accorder un sursis ou un rachat de peine. De ce fait, il rend obligatoire l’exécution totale ou partielle de la peine, même pour les délits mineurs (par exemple, l’exécution effective d’une partie de la peine pour les condamnations de 1 à 3 ans), généralisant ainsi la peine de prison. Non seulement il devient plus facile d’incarcérer de nombreuses personnes, mais l’incarcération devient encore plus barbare, en augmentant la durée réelle de leur peine derrière les barreaux (par exemple, par l’imposition de conditions plus strictes pour la libération conditionnelle et par la restriction des droits de communication et de sortie des détenu.es). La dimension raciste supplémentaire du nouveau code pénal, combinée à la récente loi anti-immigration, se manifeste dans les dispositions qui érigent en pénale l’absence de documents légalisant des immigrés, le rétablissement de l’expulsion des étrangers comme « mesure de sécurité » (une disposition précédemment abolie), l’expulsion administrative, qui peut avoir lieu avant même que la décision de justice ne soit rendue, dans l’augmentation des amendes pour défaut de papiers et l’allongement de la durée de détention des migrants dans les centres de rétention. Il est manifeste que les nouveaux outils pénaux de l’État criminalisent de plus en plus de pratiques de survie et de résistance et élargit sans cesse le champ des groupes sociaux qui risauent d’être emprisonnés. Bien que le jugement du cas de nos camarades pour la réoccupation de Matrozou a été décidé selon les dispositions du précédent code pénal, mais s’est déroulé dans le contexte temporel et politique de la mise en œuvre du nouveau code pénal.

Les expulsions des squats de la communauté de Koukaki ne furent pas un acte isolé, mais faisont partie d’un plan organisé de répression contre tous les squats à travers le pays, dans le but d’affaiblir le mouvement anarchiste. Le fameux ultimatum de Chrysochoidis, qui leur donnait quinze jours pour abandonner ou légaliser tous leurs squats, resta lettre morte. Réoccupations, nouveaux squats et une vague de solidarité avec les défenseur.es des maisons de la lutte se développèrent dans la période qui suivit. Ce plan répressif contre les squats (des migrant.es, politiques ou de logement) s’accompagna d’une loi restreignant les manifestations, d’un régime des gardes à vue préventives et d’une interdiction de circuler pendant le confinement, instaurant ainsi la doctrine de l’ordre public proclamée par les membres du parlement. Cette doctrine est complétée par le concept de la « sécurité nationale », au nom duquel des migrant.es sont assassiné.es aux frontières tandis que la population dans les prisons explose sur la base d’accusations infondées et fabriquées (comme dans le cas d’A. Floros, des deux pompiers volontaires de Patras, etc.). Les attaques contre les squats et leurs défenseur.es, qui luttent pour une société autogérée et non autoritaire, vont de pair avec le durcissement du nouveau code pénal et la dégradation de nos vies (inflation, contrats de travail individuels et travail forcé de 13 heures, restriction des droits syndicaux, sanctions disciplinaires et exclusions étudiantes, privatisation de la santé, de l’éducation et des transports publics, crise du logement, privatisation des espaces publics et destruction de l’environnement). Les squats et leurs militant.es seront toujours considérés comme des « ennemis intérieurs » de l’État, car nous sommes deux mondes en conflit. Face aux assassinats étatiques (par exemple, Tempi, Pylos), au génocide en Palestine et aux intérêts interétatiques, nous luttons pour un monde sans guerres, sans frontières et sans États. Face aux meurtres commis par des policiers et des patrons (par exemple, les affaires Sampanis, Fragoulis, Manioudakis, Kariotis), nous réagissons avec rage et luttons pour un monde sans divisions ni discriminations. Ce sont des positions politiques qui fleurissent au sein des squats et qui reflètent un autre monde possible.

Les squats répondent à nos besoins sociaux.

Les squats trouvent des solutions collectives à des besoins qui se semblent individuels. Logement, électricité, eau, nourriture et vêtements font partie des besoins fondamentaux qui sont satisfaits collectivement dans les squats. De plus, des espaces spécifiques sont logées des contre-structures de santé (par exemple, la structure de santé auto-organisée de Exarcheia) ou des structures de production (par exemple, VIOME), ainsi que des studios de musique alternatifs, etc. Dans ces espaces, nous tentons de construire un environnement d’autodéfense contre les violences sexistes, racistes et toutes les formes de violence autoritaire. Ils sont des exemples vivants de l’expression collective de l’auto-organisation, de la solidarité et de l’entraide face au capitalisme.

ce sont des moyens de lutte.

Ce sont des espaces d’organisation des luttes politiques et sociales (réunions, assemblées, événements, structures, stockage de matériaux, refuges, bases d’action). Dans les quartiers, ils fonctionnent souvent comme des centres sociaux. Il ne s’agit pas seulement aux espaces politiques et de logement du mouvement et d’autres groupes marginalisés tels que les migrant.es. Il s’agit aussi aux squats comme un moyen de lutte dans les mobilisations sociopolitiques, comme les squats lors de grèves générales ou de grèves de la faim, les squats de solidarité avec la Palestine, les squats d’universités et d’écoles, les occupations de moyens de production et les occupations de terres contre le pillage de la nature. Le caractère radical des squats réside dans le fait qu’ils mettent en question la propriété et, de ce fait, tant qu’ils existeront, l’État les considérera toujours comme illégaux.

et concrétiser nos valeurs aujourd’hui.

Les positions politiques d’égalité, d’horizontalité/anti-hiérarchie, de liberté, de solidarité, d’auto-organisation, d’inclusion et la lutte pour un autre monde sans exploitation ni oppression trouvent l’espace nécessaire pour devenir réalité. Dans les squats, nous apprenons à écouter, à dialoguer, à prendre du recul, à nous respecter les un.es les autres. Nous n’attendons pas que les choses évoluent d’elles-mêmes ; nous prenons notre destin en main, ici et maintenant.

Face à la violence de l’ordre public, nous restons hors-la-loi.

Notre justice est sociale et pas judiciaire. Elle se construit dans la rue et les espaces de lutte, et non dans des tribunaux qui reproduisent systématiquement les valeurs de domination, perpétuant l’oppression sociale et de classe, et dissimulant quotidiennement les violeurs, les politiciens et les assassins en uniforme. C’est pourquoi la défense des squats est indissociable de leur action politique générale. La poursuite et la condamnation de nos camarades à 77 mois de prison visent à terroriser et à faire un exemple de l’ensemble du mouvement squatteur. Pareillement à la communauté de squatteur.euses de Koukaki, le traitement répressif des camarades de « Steki Viologiko » a conduit à leur condamnation à 61 et 41 mois de prison au premier degré. La position politique des squats, dans un monde où les espaces libres sont constamment restreints, demeure plus pertinente que jamais, malgré la persécution des squatteur.euses. En défiant ce climat de répression, de nouveaux squats ont ouvert, des réoccupations ont eu lieu et des communautés de squatteur.euses continueront toujours à se former.

Face à la prise d’otages judiciaire et financière, et à la menace d’emprisonnement de nos camarades, nous défendons nos choix, nos espaces, nos positions politiques. Face à la répression et à la surveillance croissante, nous proposons des communautés de lutte et de solidarité. Face à la misère et à l’isolement grandissants, nous restons uni.es par tous les moyens possibles. Jusqu’à la destruction de toutes les prisons.

APPEL AU RASSEMBLEMENT À LA COUR D’APPEL (EFETEIO) LE MARDI 2 DÉCEMBRE À 9H00.

PAS DE SQUATTEUR.EUSE EN PRISON

SOLIDARITÉ AVEC LA COMMUNAUTÉ DES SQUATS DE KOUKAKI

NOUS DÉFENDONS NOS SQUATS ET NOS RELATIONS

Assemblée de solidarité avec les squatteur.euses de la communauté des squats de Koukaki


NINGUN/NINGUNA OKUPA EN PRISIÓN

FUEGO A TODAS LAS PRISIONES.

OKUPEMOS LAS CASAS VACÍAS.

MARTES 2 DE DICIEMBRE, 9:00 h, TODOS AL TRIBUNAL DE APELACIÓN (EFETEIO).

El 2 de diciembre de 2025, varios compañeros serán juzgados en el tribunal de apelación por defender combativamente los edificios de la comunidad de okupas de Koukaki en enero de 2020. La Comunidad de Okupas Koukaki se creó en 2017 y estaba formada por tres casas abandonadas (Matrozou 45, Panaitoliou 21, Arvali 3) que se hicieron habitables gracias al trabajo colectivo y sirvieron como viviendas y lugares de lucha durante unos tres años.

Las puertas de las casas estaban abiertas a cualquiera que deseara luchar contra la violencia estatal y la injusticia, a cualquiera que necesitara refugio o acceso a las estructuras de solidaridad social que funcionaban en la comunidad, a cualquiera que deseara una forma de vida colectiva y también a la gente del barrio. Además de las asambleas y los eventos que se organizaban, las casas okupadas contaban con una serie de estructuras abiertas: biblioteca de préstamo, baños públicos, lavadoras y bazar de ropa gratuito. La comunidad participó en luchas por el movimiento okupa y antifascista, en solidaridad con los presos políticos, contra la violencia de género, el patriarcado, el racismo, la explotación de la naturaleza, contra la gentrificación y la turistificación de Koukaki, contra la privatización de la colina de Filopapou, etc.

En estos tres años, las casas de la comunidad se convirtieron en blanco de ataques fascistas (tres incendios provocados en Panaitoliou), fueron desalojadas y las fuerzas policiales utilizaron todo tipo de violencia (palizas, balas de plástico, granadas aturdidoras, productos químicos) contra los okupantes, para echarlos de sus casas y contra cualquier otra persona que se interpusiera en el ataque generalizado del Estado contra los espacios okupados.

Las casas de la Comunidad, hasta hoy, cinco años después de los últimos desalojos, se están pudriendo en el barrio de Koukaki, mientras que, al mismo tiempo, el Estado ha dispuesto su venta a empresas inmobiliarias para convertirlas en apartamentos extremadamente caros y lujosos, en un barrio completamente turistificado.

Los residentes de la comunidad defendieron activamente sus casas en cada ataque policial. Concretamente, la casa okupa Matrozou ya había sido desalojada dos veces (en 2018 y en 2019, paralelamente a los desalojos de Panaitoliou y Arvali) hasta el momento de la reokupación-desalojo en 2020, lo que dió lugar a que lxs okupas fueran juzgados por sus posicionamientos políticos.

En este periodo, hay dos juicios pendientes para las personas que defendieron las casas de la comunidad de Koukaki. El 29 de octubre, los dos okupas que defendieron la casa de Panaitoliou tras una operación policial en 2019 fueron juzgados. Y en diciembre, los okupas que defendieron la casa de Matrozou 45 durante la reokupación del edificio en 2020 serán juzgados en segunda instancia. Al igual que en los juicios anteriores, nuestros compañeros defenderán sus posiciones políticas, sus vínculos de compañerismo y solidaridad, sus luchas y las estructuras comunitarias que crearon.

La demanda de encarcelamiento de nuestros compañeros provino oficial y públicamente de las autoridades políticas. Las imágenes del desalojo inundaron los medios de comunicación, mientras que las declaraciones oficiales pedían un castigo ejemplar para los compañeros. Estas declaraciones oficiales provinieron incluso del primer ministro K. Mitsotakis y del jefe del Ministerio de Protección Civil, M. Chrisochoidis. Las autoridades políticas tomaron medidas adicionales para procesar a nuestros compañeros: la policía presentó una demanda contra ellos menos de un mes después del fallido espectáculo montado durante el primer desalojo de Matrozou 45, cuando uno de los vecinos de la casa okupa, llamado Indares, fue golpeado en la azotea justo después de que la policía no lograra encontrar a los okupas en la casa. Además, uno de los bufetes de abogados que se encargó del caso en contra de nuestros compañerxs, junto con los abogados defensores designados al azar por la policía, fue el bufete de Plevris (actual ministro de migración y asilo) con la abogada Varela, colega del actual ministro y también candidata al parlamento por el partido Nueva Democracia, la cual intentó apoyar la demanda civil contra los okupas, posteriormente desestimada por el tribunal. Sin embargo, al día siguiente del juicio, mintió públicamente en los medios de comunicación sobre el resultado del tribunal de primera instancia, en uno de sus intentos de obtener réditos políticos con el caso.

Por si todo esto fuera poco, los representantes de las fuerzas policiales griegas volvieron a presentar una demanda y una denuncia ante la fiscalía por no haber procesado a los acusados por intento de asesinato.

El último acontecimiento que pone de manifiesto la hostilidad del Estado hacia nuestros compañeros es la demanda presentada el pasado mes de agosto. En ella se acusa a nuestros compañeros de dañar los uniformes de los policías y se exige una indemnización económica. El resultado de todo lo anterior es el agotamiento de la severidad penal del tribunal de primera instancia, que condenó a nuestros compañeros a 6,5 años de prisión suspendida hasta la apelación, a pesar de que ningún compañero ha sido identificado individualmente por ningún cargo.

En otro caso judicial, tres de los policías que presentaron una demanda contra nuestros compañeros fueron procesados por la paliza y las lesiones graves causadas a una persona mayor. Sin embargo, estos policías fueron absueltos porque la persona «no pudo identificar quién le golpeó exactamente». En el caso judicial de Koukaki, a pesar de que los policías no pudieron reconocer quién hizo qué, las autoridades judiciales condenaron a nuestros compañeros a 6,5 años de prisión con una suspensión de última hora de la sentencia, a la espera de la apelación.

Este caso concreto es importante, no solo porque saca a la luz las obsesivas políticas represivas del Estado contra las okupaciones, sino también porque la posibilidad de encarcelamiento de nuestros compañeros sentará un precedente para la aplicación de la severidad del nuevo código penal y del nuevo código deontológico, que abren la puerta a la posibilidad de encarcelamiento de un grupo más amplio de personas, incluso por delitos menores.

El nuevo código penal aumenta en general los límites máximos de las penas y, al mismo tiempo, restringe las condiciones para conceder la suspensión o la remisión de parte de la pena. Como resultado, obliga a cumplir la pena en su totalidad o en parte incluso por delitos menores (por ejemplo, el cumplimiento efectivo de la pena para condenas de 1 a 3 años), lo que conduce a la generalización de la pena de prisión. No solo resulta más fácil que muchas personas sean encarceladas, sino que el confinamiento en prisión se vuelve aún más brutal, ya que se aumenta el tiempo de cumplimiento efectivo de la pena (por ejemplo, esto se aplica mediante la imposición de condiciones más estrictas para la libertad condicional, independientemente de que se haya completado el período de detención, y mediante la restricción de los derechos de comunicación y permiso de los presos). La dimensión racista del nuevo código penal, en combinación con la reciente ley contra la inmigración, se refleja en las disposiciones que tipifican como delito la falta de documentos legales de los migrantes, el restablecimiento de la expulsión de extranjeros como «medida de seguridad» (una disposición que había sido abolida anteriormente), en la expulsión administrativa, que ahora puede tener lugar incluso antes de que se haya dictado una resolución judicial, en el aumento de la multa por falta de documentos y en la ampliación del período de detención de los migrantes en los centros de internamiento.

Es evidente que el nuevo arsenal penal del Estado penaliza cada vez más prácticas de supervivencia y resistencia y amplía cada vez más el abanico de grupos sociales que se enfrentarán a penas de prisión. Aunque el caso de nuestros compañeros por la reocupación de Matrozou se juzgó en virtud de las disposiciones del anterior código penal, el juicio tuvo lugar durante el periodo en que se implementaba el nuevo código penal.

Los desalojos de las casas de la comunidad okupa de Koukaki no se produjeron de forma aislada, sino que formaban parte de un plan organizado para reprimir todos los espacios okupados del país con el fin de debilitar el movimiento anarquista. El infame plazo de 15 días concedido a los okupas, a través del conocido «ultimátum» de Chrysochoidis para que abandonaran o legalizaran todas las okupaciones, cayó en saco roto. En el período siguiente se produjeron reokupaciones, nuevas okupaciones y una ola de solidaridad con quienes defendían las casas de la lucha. El plan represivo contra las okupaciones (de vivienda, políticas, etc) fue acompañado por la ley de restricción de las manifestaciones, el régimen de detenciones preventivas y la prohibición de circular durante el período de cuarentena, estableciendo así la doctrina de la ley y el orden proclamada por los que ocupan los escaños parlamentarios. Una doctrina que se completa con el concepto de «seguridad nacional», en nombre del cual se asesina a migrantes en las fronteras, mientras que la población carcelaria aumenta rápidamente con acusaciones infundadas y falsas (por ejemplo, el caso de A. Floros, los dos bomberos voluntarios de Patras, etc.).

Los ataques contra las casas okupadas y quienes las defienden y luchan por una sociedad autogestionada y no autoritaria van de la mano con la intensificación del nuevo código penal y la mayor devaluación de nuestras vidas (por ejemplo, la inflación, contratos de trabajo individuales y 13 horas de esclavitud salarial, restricción de los derechos sindicales, medidas disciplinarias y expulsión de estudiantes, privatización de los sectores de la salud, la educación y el transporte público, la crisis de la vivienda, la entrega de espacios públicos a propietarios privados y la destrucción del medio ambiente natural). Las okupaciones y las personas que se organizan en torno a ellas, siempre serán uno de los «enemigos internos» del Estado, ya que somos dos mundos en colisión. Ante los asesinatos estatales (por ejemplo, Tempi, Pylos), el genocidio en Palestina y los intereses interestatales, luchamos por un mundo sin guerras, fronteras ni Estados. Ante los asesinatos cometidos por policías y jefes (por ejemplo, los casos de Sampanis, Fragoulis, Manioudakis, Kariotis), respondemos con rabia y luchamos por un mundo sin divisiones ni discriminación. Estas son posiciones políticas que florecen en las okupaciones y reflejan otro mundo.

Las okupaciones cubren necesidades sociales

Las okupaciones encuentran soluciones colectivas a necesidades aparentemente individuales. La vivienda, la electricidad, el agua, la comida y la ropa son algunas de las necesidades básicas que se satisfacen colectivamente en las okupaciones. Además, se utilizan espacios específicos para albergar redes sanitarias (por ejemplo, la Red Sanitaria Autoorganizada de Exarcheia) o estructuras de producción (por ejemplo, VIOME), así como estudios de música DIY, etc. En estos espacios, intentamos construir un entorno de autodefensa contra la violencia de género, racista y todas las formas de violencia autoritaria. Son ejemplos vivos de la expresión colectiva de la autoorganización, la solidaridad y la ayuda mutua contra el modo de vida capitalista.

Son medios de lucha

Son espacios para organizar luchas políticas y sociales (reuniones, asambleas, eventos, estructuras, almacenamiento de materiales, refugio, bases para el ataque). En los barrios, a menudo sirven como centros sociales. No nos referimos solo a los espacios políticos y de vivienda del movimiento y de otros grupos marginados, como las okupas que fueron durante años alternativa habitacional para personas migrantes y refugiadas.

También nos referimos a las okupaciones como medio de lucha en movilizaciones sociales/políticas, como las okupaciones en huelgas generales o huelgas de hambre, las okupaciones en solidaridad con Palestina, las okupaciones de universidades y escuelas, las okupaciones de medios de producción y las okupaciones de tierras contra el saqueo de la naturaleza.

La naturaleza radical de las okupaciones radica en el hecho de que desafían la propiedad y, por esta razón, mientras existan, el Estado siempre las tratará como ilegales.

Y hacen realidad nuestros valores hoy

Las posiciones políticas de igualdad, horizontalidad/antijerarquía, libertad, solidaridad, autoorganización, inclusividad y la lucha por otro mundo sin explotación ni opresión encuentran el espacio para hacerse realidad. En las okupaciones aprendemos a escuchar, a debatir, a dar un paso atrás, a respetarnos unxs a otrxs. No esperamos a que las condiciones maduren por sí solas; tomamos nuestras vidas en nuestras propias manos, «aquí y ahora».

Ante la violencia de la ley y el orden, seguimos siendo rebeldes.

Nuestra justicia es social, no judicial. Se construye en las calles y en los espacios de lucha, no en los tribunales que reproducen sistemáticamente los valores de dominación, perpetuando la opresión social y de clase, encubriendo a violadores, políticos y asesinos uniformados a diario. Por eso, la defensa de las okupaciones no puede separarse de su actividad política general. El enjuiciamiento y la condena de nuestros compañeros a 77 meses tiene como objetivo aterrorizar e intentar sentar un precedente para todo el movimiento okupa.

Al igual que con la comunidad Koukaki, el trato represivo hacia los compañeros de «Steki Viologiko» se saldó con condenas de 61 y 41 meses. La posición política de okupar en un mundo en el que los espacios libres se ven constantemente restringidos sigue siendo más relevante que nunca, a pesar de la persecución. Desafiando el clima de represión, se han abierto nuevas okupaciones, se han producido reokupaciones y siempre surgirán comunidades okupas.

Ante el secuestro judicial y financiero, así como la posibilidad de encarcelamiento de nuestros compañeros, defendemos nuestras elecciones, nuestros espacios, nuestras posiciones políticas. Ante la profundización de la represión y la vigilancia, proponemos comunidades de lucha y solidaridad. Ante el aumento de la miseria y la introversión, nos mantenemos unidos en todos los sentidos posibles. Hasta que ardan todas las prisiones.

CONVOCAMOS A LA CORTE DE APELACIÓN (EFFETEIO) EL MARTES 2 DE DICIEMBRE A LAS 9:00 A.M.

NINGUNX OKUPA EN PRISIÓN.

SOLIDARIDAD CON LA COMUNIDAD OKUPA DE KOUKAKI.

DEFENDEMOS NUESTRAS OKUPACIONES Y NUESTRAS RELACIONES.

Asamblea de solidaridad con los okupas de la comunidad okupa de Koukaki.


Keine Hausbesetzer*innen ins Gefängnis

Feuer allen Gefängnissen

Leere Häuser widerbesetzen

Dienstag, 02. Dezember, 09:00 Aufruf zum Berufungsgericht (Athen, Griechenland)

Am 2. Dezember 2025 stehen unsere Freund*innen vor dem Berufungsgericht, aufgrund ihrer militanten Verteidigung der drei besetzten Häuser in Koukaki(Stadtteil von Athen) im Januar 2020. Die Community von Koukaki wurde 2017 gegründet und bestand aus drei zuvor verlassenen Häusern (Matrozou 45, Panaitoliou 21, Arvali 3), die durch kollektive Arbeit bewohnbar gemacht wurden und etwa drei Jahre lang als Wohnraum und als Zentrum des Anarchistischen Kampfes dienten. Die Türen der Häuser standen allen offen, die sich gegen staatliche Gewalt und Ungerechtigkeit wehren wollten, allen, die eine Unterkunft oder die Strukturen der sozialen Solidarität der Gemeinschaft benötigten, allen, die eine kollektive Lebensweise wünschten, sowie Nachbarn und Nachbarinnen. Neben Plena und politischen Veranstaltungen gab es in den besetzten Häusern auch eine Reihe von festen Strukturen: eine solidarische Bibliothek, sowie solidarische Duschmöglichkeiten, Waschmaschinen sowie einen Freeshop. Die Gemeinschaft beteiligte sich an der Hausbesetzungsszene sowie dem Antifaschistischen Kampf, war in Solidarität mit politischen Gefangenen, gegen patriarchale Gewalt, Patriarchat, Rassismus, Ausbeutung der Natur, gegen die Gentrifizierung und Touristifizierung von Koukaki, gegen die Privatisierung des Filopapou-Hügels und vieles mehr. Innerhalb dieser drei Jahre wurden die Häuser der Gemeinschaft immer wieder zum Ziel faschistischer Angriffe (3 Brandanschläge in Panaitoliou), sie wurden geräumt, wobei die Polizeikräfte alle Arten von Repression (Schläge, Plastikgeschosse, Schallgranaten, Chemikalien) gegen die Freund*innen einsetzten, um sie aus ihren Häusern zu vertreiben, sowie gegen jede andere Person, die sich dem allgemeinen staatlichen Angriff auf besetzte Häuser in den Weg stellte. Die Häuser der Gemeinschaft verfallen bis heute, fünf Jahre nach den letzten Räumungen. Währenddessen organisierte der Staat ihren Verkauf an Immobilienunternehmen, um sie in extrem teure und luxuriöse Wohnungen zu verwandeln, in dem mittlerweile vollständig touristifizierten Stadtteil Koukaki.

Die Bewohner*innnen der Community verteidigten sich aktiv gegen alle Räumungen der Polizei. Insbesondere die Besetzung der Besetzung Matrozou, welches bereits 2018 und 2019 (parallel mit den Räumungen von Panaitoliou und Arvali) geräumt wurde, verteidigte sich dabei immer wieder militant, so auch in der Widerbesetzung des Gebäude im Jahr 2020 für welche die Freund*innen nun aufgrund ihrer politischen Entscheidung der Verteidigung angeklagt wurden.

In den kommenden Wochen stehen zwei Gerichtsverfahren gegen unsere Freund*innen an, die die Häuser der Koukaki Besetzungs Community verteidigt haben. Am 29. Oktober stehen die beiden Hausbesetzer* vor Gericht, die das Haus in der Panaitoliou-Straße nach einer Polizeiaktion im Jahr 2019 verteidigt haben. Und im Dezember werden die Hausbesetzer, die das Haus Matrozou 45 während der Wiederbesetzung des Gebäudes im Jahr 2020 verteidigt haben, in zweiter Instanz vor Gericht gestellt. Wie schon in den bisherigen Gerichtsverfahren werden unsere Freund*innen ihre politischen Positionen, ihre Beziehungen, die Kämpfe, für die sie gekämpft haben, und die Strukturen, die sie geschaffen haben, verteidigen.

Die Forderung nach Inhaftierung unserer Freund*innen kam offiziell und öffentlich von den politischen Behörden. Aufnahmen von der Räumung überschwemmten die Massenmedien, während in offiziellen Erklärungen eine exemplarische Bestrafung der Genoss*innen gefordert wurde. Diese offiziellen Erklärungen kamen auch vom Premierminister K. Mitsotakis und dem Leiter des Ministeriums für Zivilschutz, M. Chrysochoidis. Die politischen Behörden ergriffen zusätzliche Maßnahmen, um unsere Freund*innen strafrechtlich zu verfolgen: Die Polizei reichte weniger als einen Monat nach der gescheiterten Show während der Räumung von Matrozou 45 Klage gegen unsere Freund*innen ein, als einer der Nachbarn der Besetzung namens Indares auf seinem Dach zusammengeschlagen wurde, nachdem die Polizei die Besetzer*innen im Haus nicht finden konnte. Darüber hinaus war eine der Anwaltskanzleien, die den Fall zusammen mit den zufällig ausgewählten Verteidigern der Polizei übernahm, die Kanzlei Plevris*. Varela, Plevris’ Kollegin und Parlamentskandidatin der Partei Neue Demokratie*, versuchte, die Zivilklage gegen die Hausbesetzer*innen zu unterstützen, diese wurde aber später vom Gericht abgewiesen. Am Tag nach der Verhandlung log sie jedoch öffentlich in den Massenmedien über das Ergebnis der ersten Instanz, um aus dem Fall politischen Kapital zu schlagen. Als ob all dies noch nicht genug wäre, reichten die Vertreter der griechischen Polizeikräfte erneut eine Klage und eine Beschwerde bei der Staatsanwaltschaft ein, weil diese die Angeklagten nicht wegen versuchten Mordes strafrechtlich verfolgt hatte. Die jüngste Entwicklung, die die Feindseligkeit des Staates gegenüber unseren Freund*innen deutlich macht, ist die im August eingereichte Klage. Darin werfen sie unseren Freund*innen vor, Polizeiuniformen beschädigt zu haben, und fordern eine finanzielle Entschädigung.

Das Ergebnis all dessen ist die Verhängung der maximalen Strafe durch das Gericht in erster Instanz, das unsere Freund*innen zu 6,5 Jahren Freiheitsstrafe auf Bewährung verurteilt hat. Dies gilt, obwohl keinem der Freund*innen individuell einer Straftat zugeordnet werden kann. In einem anderen Gerichtsverfahren wurden drei der Polizisten, die Klage gegen unsere Freund*innen erhoben hatten, wegen Körperverletzung und schwerer Verletzung einer älteren Person strafrechtlich verfolgt. Diese Polizisten wurden jedoch freigesprochen, weil der ältere Mensch „nicht genau identifizieren konnte, wer ihn geschlagen hatte”. Im Gerichtsverfahren von Koukaki verurteilten die Justizbehörden unsere Freund*innen zu 6,5 Jahren Haft mit einer in letzter Minute ausgesprochenen Aussetzung der Strafe bis zur Berufung, obwohl die Polizisten nicht erkennen konnten, wer was getan hatte.

Dieser spezielle Fall ist nicht nur deshalb wichtig, weil er die repressive Politik und Obsession des Staates gegen Hausbesetzungen ans Licht bringt, sondern auch, weil die Möglichkeit einer Inhaftierung unserer Freund*innen einen Präzedenzfall für die Umsetzung der Strenge des neuen Strafgesetzbuches schaffen wird, die die Tür für die Möglichkeit einer Inhaftierung einer größeren Gruppe von Menschen öffnet, selbst bei Ordnungswidrigkeiten.

Das neue Strafgesetzbuch erhöht insgesamt die Höchststrafen und beschränkt gleichzeitig die Bedingungen für die Gewährung einer Aussetzung oder Erlassung eines Teils der Strafe. Infolgedessen wird es auch bei Vergehen (z. B. tatsächliche Verbüßung der Strafe bei Verurteilungen von 1 bis 3 Jahren) zwingend vorgeschrieben, die Strafe ganz oder teilweise zu verbüßen, was zu einer Normalisierung von Freiheitsstrafen führt. Nicht nur wird es für viele Menschen leichter, inhaftiert zu werden, sondern auch der Strafvollzug wird noch brutaler, da die Dauer der tatsächlichen Verbüßung der Strafe verlängert wird (dies wird beispielsweise durch strengere Bedingungen für die vorzeitige Entlassung, unabhängig vom Ablauf der Haftzeit, und durch die Einschränkung der Kommunikations- und Freigangsrechte der Gefangenen durchgesetzt).

Das neue Strafgesetzbuch steht dabei in Verbindung mit dem jüngsten Einwanderungsgesetz. Es spiegelt sich in den Bestimmungen wider, die das Fehlen von Rechtsdokumenten für Migranten zu einer Straftat machen, in der Wiedereinführung der Abschiebung von Ausländern als „Sicherheitsmaßnahme” (eine Bestimmung, die zuvor abgeschafft worden war), in der administrativen Abschiebung, die nun sogar vor einer gerichtlichen Entscheidung erfolgen kann, in der Erhöhung der Geldstrafe für fehlende Dokumente und in der Verlängerung der Haftdauer von Migranten in Haftanstalten. Es ist völlig klar, dass das neue Strafgesetzbuch des Staates immer mehr Praktiken des Überlebens und des Widerstands unter Strafe stellt und den Kreis der sozialen Gruppen, denen eine Inhaftierung droht, zunehmend erweitert. Obwohl der Fall unserer Freund*innen wegen der Wiederbesetzung von Matrozou nach den Bestimmungen des alten Strafgesetzbuches verhandelt wurde, fand er in der Zeit statt, in der das neue Strafgesetzbuch in Kraft trat.

Die Räumungen der Häuser der Koukaki Besetzungs Community fanden nicht isoliert statt, sondern waren Teil eines organisierten Plans zur Unterdrückung aller besetzten Orte im ganzen Land, mit dem Ziel die anarchistische Bewegung zu schwächen. Die berüchtigte 15-tägige Frist, die den Besetzern durch Chrysochoidis’ bekanntes „Ultimatum” gesetzt wurde, alle Besetzungen aufzugeben oder zu legalisieren, blieb ungehört. In der folgenden Zeit kam es zu Wiederbesetzungen, neuen Hausbesetzungen und einer Welle der Solidarität mit den Verteidigern der Häuser des Kampfes. Der repressive Plan gegen Hausbesetzungen (von Migranten, politischen Gruppen, Wohnungslosen) wurde begleitet von einem Gesetz zur Einschränkung von Demonstrationen, präventiven Verhaftungen und einem Bewegungsverbot während der Quarantänezeit, wodurch die von den Abgeordneten proklamierte Doktrin von Recht und Ordnung etabliert wurde. Eine Doktrin, die durch das Konzept der „nationalen Sicherheit” ergänzt wird, in dessen Namen Migranten an den Grenzen ermordet werden, während die Zahl der Gefängnisinsassen aufgrund unbegründeter und erfundener Anschuldigungen rapide ansteigt (z. B. der Fall von A. Floros, die beiden freiwilligen Feuerwehrleute aus Patras usw.). Die Angriffe auf Hausbesetzer*innen und diejenigen, die sie verteidigen und für eine selbstorganisierte und anti-autoritäre Gesellschaft kämpfen, gehen Hand in Hand mit der Verschärfung des neuen Strafgesetzbuches und der weiteren Entwertung unseres Lebens (z. B. Inflation, individuelle Arbeitsverträge und 13 Stunden Lohnsklaverei, Einschränkung der Gewerkschaftsrechte, Disziplinarmaßnahmen und Ausschluss von Studierenden, Privatisierung im Gesundheits-, Bildungs- und öffentlichen Verkehrssektor, die Wohnungskrise, die Übergabe öffentlicher Räume an private Eigentümer und die Zerstörung der natürlichen Umwelt). Hausbesetzer*innen und die Menschen, die sich um sie herum organisieren, werden immer zu den „inneren Feinden” des Staates gehören, da wir zwei Welten sind, die aufeinanderprallen. Angesichts staatlicher Morde Bsp. in Tempi und Pylos, des Völkermords in Palästina und zwischenstaatlicher Interessen kämpfen wir für eine Welt ohne Kriege, Grenzen und Staaten. Angesichts von Morden durch Polizisten und Bosse z. B. die Fälle Sampanis, Fragoulis, Manioudakis, Kariotis, reagieren wir mit Wut und kämpfen für eine Welt ohne Spaltungen und Diskriminierung. Dies sind politische Haltungen, die in Hausbesetzungen gedeihen und eine andere Welt verkörpern.

Besetzungen adressieren soziale Bedürfnisse

Besetzungen finden kollektive Lösungen für scheinbar individuelle Bedürfnisse. Wohnen, Strom, Wasser, Lebensmittel und Kleidung sind einige der Grundbedürfnisse, die in Besetzungen kollektiv erfüllt werden. Darüber hinaus werden bestimmte Räume für Gesundheitsstrukturen (z. B. die selbstorganisierte Gesundheitsstruktur Exarcheia) oder Produktionsstrukturen (z. B. VIOME) sowie für DIY-Musikstudios usw. genutzt. In diesen Räumen versuchen wir, ein Umfeld der Selbstverteidigung gegen geschlechtsspezifische, rassistische und alle Formen autoritärer Gewalt zu schaffen. Sie sind lebendige Beispiele für den kollektiven Ausdruck von Selbstorganisation, Solidarität und gegenseitiger Hilfe gegen die kapitalistische Lebensweise.

Besetzungen sind Werkzeuge des Widerstandes

Es handelt sich um Räume für die Organisation politischer und sozialer Kämpfe (Treffen, Plena, Veranstaltungen, Einrichtungen, Lagerung von Materialien, Unterkünfte, Stützpunkte für Angriffe). In Stadtvierteln dienen sie oft als soziale Zentren. Wir beziehen uns dabei nicht nur auf politische und Wohnräume der Bewegung und anderer marginalisierter Gruppen wie Migranten. Wir beziehen uns auch auf Hausbesetzungen als Mittel des Kampfes in sozialen/politischen Mobilisierungen, wie z. B. Hausbesetzungen im Rahmen von Generalstreiks oder Hungerstreiks, Hausbesetzungen aus Solidarität mit Palästina, Hausbesetzungen an Universitäten und Schulen, Besetzungen von Produktionsmitteln und Landbesetzungen gegen die Plünderung der Natur. Der radikale Charakter von Besetzungen liegt darin, dass sie das Eigentumsrecht in Frage stellen und aus diesem Grund vom Staat, solange sie existieren, immer als illegal behandelt werden.

Besetzungen sind eine Realisierung für das was wir kämpfen im hier und Jetzt

Die politischen Positionen der Gleichheit, Horizontalität, Freiheit, Solidarität, Selbstorganisation, Inklusion und der Kampf für eine andere Welt ohne Ausbeutung und Unterdrückung finden in Besetzungen Raum, um Wirklichkeit zu werden. In besetzten Häusern lernen wir zuzuhören, zu diskutieren, einen Schritt zurückzutreten und einander zu respektieren. Wir warten nicht darauf, dass sich die Bedingungen von selbst verbessern, sondern nehmen unser Leben selbst in die Hand, „im Hier und Jetzt“.

Im Angesicht der Gewalt von Staat und Gesetz, bleiben wir ungehorsam

Unsere Gerechtigkeit ist sozial, nicht juristisch. Sie entsteht auf den Straßen und in den Orten des Kampfes, nicht in Gerichtssälen, die systematisch die Werte der Herrschaft reproduzieren, soziale und klassenbezogene Unterdrückung aufrechterhalten und täglich Vergewaltiger, Politiker und uniformierte Mörder reinwaschen. Deshalb kann die Verteidigung von Hausbesetzungen nicht separat von der gesamten politischen Aktivität gesehen werden. Die Strafverfolgung und Verurteilung unserer Genoss*innen zu 77 Monaten Haft zielt darauf ab, die gesamte Hausbesetzer*innenbewegung zu terrorisieren und ein Exempel zu statuieren. Wie im Fall der Koukaki Besetzungs Community führte die repressive Behandlung der Genoss*innen von „Steki Viologiko” zu ihrer Verurteilung zu 61 und 41 Monaten Haft. Die politische Position der Hausbesetzung in einer Welt, in der freie Räume ständig eingeschränkt werden, ist trotz der politischen Repressionen gegen Hausbesetzer*innen relevanter denn je. Dem Klima der Repression zum Trotz sind neue Hausbesetzungen entstanden, es gibt Wiederbesetzungen, und es entstehen immer wieder neue Hausbesetzer*innen-Gemeinschaften entstehen.

Angesichts der gerichtlichen und finanziellen Erpressung sowie der Möglichkeit der Inhaftierung unserer Freund*innen verteidigen wir unsere Entscheidungen, unsere Räume und unsere politischen Positionen. Der zunehmenden Repression und Überwachung setzen wir Gemeinschaften und Solidarität entgegen. Angesichts zunehmender Not und Vereinzelung stehen wir enger zusammen. Bis um Abriss des letzten Gefängnisses.

Aufruf zum Berufungsgericht (EFETEIO) am Dienstag den 2. Dezember um 09:00

Keine Besetzer*innen ins Gefängnis

Solidarität mit der Community der besetzten Häuser in Koukaki

Αλληλεγγύη στα διωκόμεν@ της συγκέντρωσης αλληλεγγύης των ανακαταλήψεων Ματρόζου & Παναιτωλίου: Συγκέντρωση-14/10-9πμ-Ευελπίδων

Στις 11/1/2020 συντρόφ@ ανακατέλαβαν τα κτίρια της Ματρόζου 45 και Παναιτωλίου 21 στο Κουκάκι. Στο κάλεσμα αλληλεγγύης ανταποκρίθηκε πλήθος κόσμου που συγκεντρώθηκε έξω από τα ανακατειλημμένα κτίρια, δηλώνοντας έμπρακτα την υποστήριξή του στα καταληψιακά εγχειρήματα. Η εκκένωση των συγκεκριμένων καταλήψεων είχε γίνει τον Δεκέμβρη του 2019, μετά το τελεσίγραφο Χρυσοχοΐδη για άμεση εκκένωση των καταλήψεων του α/α χώρου (τελεσίγραφο που επιστράφηκε αυτούσιο πίσω), με την επιθετικότητα των αστυνομικών δυνάμεων να στρέφεται όχι μόνο ενάντια στα αγωνιζόμενα μέσα από τις συγκεκριμένες καταλήψεις αλλά και εναντίον αλληλέγγυου κόσμου από τις γύρω γειτονιές.

Οι καταλήψεις του κόσμου της αντεξουσίας είναι εδαφικοποιημένα εγχειρήματα όπου υλικοποιούνται τα προτάγματα της αυτοοργάνωσης και της αλληλεγγύης. Αποτελούν χώρους οργάνωσης των αντιστάσεων ενάντια στο κράτος, το κεφάλαιο, την πατριαρχία, ενάντια στον κόσμο της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Απέναντι στις κανονικότητες της κυριαρχίας δοκιμάζονται σχέσεις ενάντια στον σεξισμό, την ομοφοβία, τρανσφοβία και κουιροφοβία. Μια διάρρηξη στον θεσμό της ιδιοκτησίας, μια ασυνέχεια στις εμπορευματικές σχέσεις, στη διαμεσολάβηση του χρήματος, στις σχέσεις βασισμένες στο κέρδος και την κατανάλωση. Ενάντια στην εξατομίκευση, ενάντια σε κάθε είδους διαχωρισμό. Γι’ αυτό βρίσκονται μόνιμα στο στόχαστρο της καταστολής και θα συνεχίσουν να βρίσκονται. Οι κατασταλτικές επεμβάσεις (με τελευταία την εκκένωση του Αυτοδιαχειριζόμενου Κυλικείου Νομικής) είναι μέρος των αντεξεγερτικών πολιτικών, των πολιτικών «πρόληψης» του καθεστώτος ενάντια σε πιθανές κοινωνικές εκρήξεις, σε ένα περιβάλλον εντεινόμενης επίθεσης από την πλευρά κράτους και κεφαλαίου εναντίον των «από τα κάτω».

Η συνέχεια των ανακαταλήψεων εκείνης της μέρας δεν μπορεί εύκολα να ξεχαστεί. Πολύ γρήγορα πραγματοποιήθηκε επίθεση των ΜΑΤ και ΔΕΛΤΑ στον συγκεντρωμένο αλληλέγγυο κόσμο, με αποτέλεσμα τραυματισμούς και συλλήψεις και την εκ νέου εκκένωση των δύο χώρων με αντίστοιχους ξυλοδαρμούς και συλλήψεις των ατόμων που βρίσκονταν μέσα σ’ αυτά. Ο κόσμος της αλληλεγγύης έπρεπε να χτυπηθεί (αντίστοιχη, ίσως ακόμα πιο αναβαθμισμένη κατασταλτική επίθεση πραγματοποιήθηκε μετά την ανακατάληψη του Άνω Κάτω Πατησίων τον Δεκέμβρη του 2023), ώστε να απομονωθούν και να περιθωριοποιηθούν οι καταλήψεις και να παρουσιαστούν τα αγωνιζόμενα ως εξω-κοινωνικά στοιχεία.

Συντροφικά πρόσωπα που συλλήφθηκαν εκείνη την ημέρα μέσα από τον αλληλέγγυο κόσμο αντιμετωπίζουν όλο εκείνο το γνωστό πακετάκι των κατηγοριών (φθορές, διατάραξη κοινής ειρήνης, απόπειρα πρόκλησης σωματικών βλαβών, βία κατά υπαλλήλων, απείθεια) και δικάζονται την Τρίτη 14 Οκτωβρίου. Είμαστε δίπλα και μαζί τους.

Οι καταλήψεις και οι ανακαταλήψεις των χώρων του α/α χώρου είναι ανάχωμα στο καθεστώς της ματαιότητας και την παραίτηση, αποτελούν σύγκρουση με το καθεστώς της καταπίεσης και εκμετάλλευσής μας.

Αλληλεγγύη στα διωκόμενα συντρόφια της συγκέντρωσης αλληλεγγύης των ανακαταλήψεων Ματρόζου και Παναιτωλίου

Συγκέντρωση αλληλεγγύης Τρίτη 14/10/2025 στις 9 π.μ. στα δικαστήρια Ευελπίδων, κτίριο 2

Αλληλεγγύη στις καταλήψεις

10, 100, 1000άδες καταλήψεις ενάντια σε έναν κόσμο οργανωμένης πλήξης

Ιλιον και Αγ. Αναργύροι: Χαρτοπανό αλληλεγγύης στις καταλήψεις και στα διωκόμενα συντρόφια της συγκέντρωσης αλληλεγγύης των ανακαταλήψεων Ματρόζου και Παναιτωλίου

Θερσίτης, χώρος ραδιουργίας & ανατροπής

Αλληλεγγύη στα συντρόφια που δικάζονται σε δεύτερο βαθμό για την επανακατάληψη της Ματρόζου

Οι καταλήψεις αποτελούν απελευθερωμένο έδαφος στον αστικό ζόφο. Δημιουργούν συνθήκες ρήξης με τις εξουσίες που βρίσκονται παντού γύρω μας, αλλά που αναπαράγονται και στις σχέσεις μας. Σαν κοινωνική πρακτική αφορμήθηκαν από το στεγαστικό πρόβλημα και τις αντιστάσεις στην αστεγία, όταν υπήρχαν ένα σωρό ακατοίκητα σπίτια κι ένα σωρό άτομα που δεν είχαν που να μείνουν. Έγιναν εργαλείο κοινωνικών αγώνων με λόγο ενάντια στην ιδιοκτησία, και συνεχίζονται μέχρι σήμερα δίνοντας συλλογικές λύσεις σε προβλήματα που παρουσιάζονται ως ατομικά. Ως κέντρα αγώνα, μέσα από τη στέγαση σε αυτές σταθερών δομών αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης, αλλά και την ενίσχυση των συντροφικών σχέσεων με την γείωσή τους στο χώρο και την ζύμωση μέσα στο χρόνο, αποτελούν κομμάτι του συνολικότερου αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο, την πατριαρχία και το κράτος.

Στο κουκάκι το 2017 καταλήφθηκαν τρία κτήρια στα οποία στεγάστηκαν άτομα και συλλογικότητες της ευρύτερης περιοχής. Με τα χρόνια δημιουργήθηκε η Κοινότητα Kαταλήψεων Κουκακίου, η οποία με λόγο και δράσεις έπαιρνε θέση για τα πολιτικά ζητήματα της γειτονιάς και όχι μόνο. Το 2020, σε έναν ήδη στρωμένο δρόμο, ξεκινά ένα αποφασισμένο κύμα εκκενώσεων, οπότε ανακοινώνεται το περίφημο τελεσίγραφο του Χρυσοχοΐδη για οικειοθελή εκκένωση όλων των καταληψεων της επικράτειας. Η εκκένωση των τριών κτιρίων στο Κουκάκι: στη Ματρόζου, την Παναιτωλίου και την Αρβάλη ήταν χτύπημα του κράτους τόσο στους αγώνες για ελεύθερους χώρους στις πόλεις, αλλά και ένα προμήνυμα για τους μετασχηματισμούς που ήρθαν για να μείνουν: την ποινικοποίηση κάθε προσπάθειας για οικειοποίηση του δημόσιου χώρου και την χρήση του από τα κινήματα. Προσπάθειες που είναι και ανταγωνιστικές με τον εξευγενισμό, την αύξηση των ενοικίων και την τουριστικοποίηση, από τα οποία σήμερα το Κουκάκι υποφέρει. Από τις πορείες και τις συγκεντρώσεις, τις δημόσιες εκδηλώσεις, την απαλλοτρίωση των χώρων και τις παρεμβάσεις στο δρόμο, κάθε κομμάτι δράσης των κινημάτων ποινικοποιείται. Με λόγο περί ασφάλειας και τάξης και χέρι χέρι με τη διαρκή επιτήρηση, η ιδιοκτησία γίνεται ξανά μέσο για τη νομιμοποιημένη συρρίκνωση του ζωτικού μας χώρου.

Το θεαματικό τελεσίγραφο του Χρυσοχοΐδη το 2020 ήρθε να θέσει ένα νέο παράδειγμα για το πως επιβάλλονται οι κρατικές προσταγές, μέσα από τον εκβιασμό του κινήματος. Εξανάγκασε τον κόσμο να πάρει θέση: είτε να αποδεχθεί τη σταδιακή εξάλειψή του στο όνομα της «νομιμότητας», είτε να αναλάβει συλλογικά την ευθύνη περιφρούρησης των χώρων αντίστασης και να μετατραπεί σε εσωτερικό εχθρό, υιοθετόντας την ταυτότητα του καταληψία. Το κράτος στήνει το παιχνίδι και σου εξηγεί το εύρος της ελευθερίας των κινήσεών σου. Επιδιώκει να επιβληθεί ως ο μόνος διαμεσολαβητής της κοινωνικής σύγκρουσης. Μέσα από την εικόνα μίας αυστηρής γονεϊκής φιγούρας που σε προειδοποιεί πριν σε τιμωρήσει, παρουσιάζει την καταστολή ως αναγκαίο κακό για να ξεφορτωθεί η κοινωνία τα στοιχεία που “την μολύνουν”. Εμφανίζει τις κινήσεις του σαν να έχουν αιτηθεί από τους “φοβισμένους πολίτες”, κρύβοντας φυσικά το ποιον έχει να φοβάται πραγματικά όποιο νοιάζεται για την επιβίωσή του. Η απάντηση του κινήματος στο τελεσίγραφο ήταν αποφασιστικά αρνητική, και τις εκκενώσεις ακολούθησαν μαχητικές υπερασπίσεις των καταλήψεων και επανακαταλήψεις. Το κράτος απάντησε με άπλετη επιθετικότητα, στο δρόμο και στα δικαστήρια, με τρομοκράτηση των ατόμων, οικονομική πίεση και κατασταλτική βία.

Το δικαστήριο καταδίκασε τους συλληφθέντες για την επανακατάληψη της Ματρόζου, σε πρώτο βαθμό σε 6,5 χρόνια φυλάκισης με αναστολή ως το εφετείο. Όπως αναφέρουν και τα συντρόφια της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου στο κείμενό τους “Το κατασταλτικό σχέδιο απέναντι στις καταλήψεις (μεταναστευτικές, πολιτικές, στεγαστικές) συμπληρώθηκε με το νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, το καθεστώς των προληπτικών προσαγωγών και την απαγόρευση κυκλοφορίας την περίοδο της καραντίνας εγκαθιδρύοντας έτσι το δόγμα νόμος και τάξη που διακηρύττεται από τα κοινοβουλευτικά έδρανα“.

Έχει εδραιωθεί μία εποχή κρατικών επεμβάσεων στις κοινωνικές αντιστάσεις μέσα από στρατηγικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς, είτε μιλάμε για οργανωμένες αντιεξουσιαστικές δομές, είτε για μοριακές ή πρωτόλειες προσπάθειες για αρνήσεις (και αντιστάσεις και ρηγματώσεις) που βγαίνουν στην επιφάνεια διαρκώς. Στην πράξη φαίνεται ότι το κράτος πιέζει τις καταστάσεις με αυξανόμενη βία και καταστολή σε κάθε κομμάτι διαχείρησης του πληθυσμού. Το βλέπουμε από την περίοδο της πανδημίας, ότι προετοιμάζεται για μία επίθεση που θα αφήσει τελείως υποτιμημένα τεράστια κοινωνικά κομμάτια, χτίζοντας παράλληλα και τις προϋποθέσεις για την ιδεολογική πάταξη κάθε αντίστασης. Αυτό συνεχίζει να επιβεβαιώνεται μέχρι σήμερα όπου το κράτος περνάει και σαρώνει κάθε σταθερά που είχε διεκδικηθεί στο παρελθόν. Οι κοινωνικές παροχές γίνονται όλο και πιο ισχνές, οι λόγοι περί ασφάλειας κατακλύζουν κάθε κομμάτι της ζωής, ο πολιτικός λόγος συντηριτικοποιείται, η επιμελημένη υποτίμηση και η περιθωριοποίησή μας γίνονται όλο και πιο εμφανή στα σχολεία, στις σχολές, στο δρόμο, στη δουλειά, στις φυλακές και τα κέντρα κράτησης. Αυτά τα μέσα πειθάρχησης εδραιώνουν αφενώς την εξουσία του κράτους σε περιόδους κρίσεων, αφετέρου την δυνατότητα εξυγίανσης των μηχανισμών στους οποίους έμπαινε οποιοδήποτε φρένο από τα κάτω. Η συντηριτικοποίηση, η εθνικοποίηση και η διευρυμένη επιτήρηση, φαίνεται τώρα πολύ χρήσιμη για όσους επιδιώκουν να επωφεληθούν από ένα πλαίσιο πολεμικής απειλής. Προφανώς ένα κράτος σε προετοιμασία για πόλεμο λειτουργεί υποτιμώντας περαιτέρω τους υπηκόους του, τους οποίους προετοιμάζει να στειλεί αργότερα για να γίνουν κρέας για τα κανόνια. Μέσα σε αυτό το κλίμα, το κράτος πρέπει να φιμώσει κάθε κομμάτι που αμφισβητεί την παντοδυναμία του, αναδιαρθρώνοντας τους παλιούς καλούς μηχανισμούς καταστολής. Ο νέος ποινικός κώδικας, οι σκούπες στις πλατείες και τα μπλόκα στους δρόμους, οι διώξεις και οι διαγραφές στα πανεπιστήμια και το νομοσχέδιο για το 13ωρο, περισσότερα από τα οποία έχουν εμφανιστεί μόνο τον τελευταίο χρόνο προς διαβούλευση, είναι μία εικόνα από ένα μέλλον όπου είτε ζεις για να δουλεύεις, είτε κάτι περίεργο και εγκληματικό θα έχεις στο κεφάλι σου. Η αλληλεγγύη στα δικαστήρια σε όσα διώκονται είναι κομμάτι της εναντίωσης στις αναδιαρθρώσεις αυτές και ενάντια στην απομόνωση και την συνήθεια της επιβολής.

Όσο έντονη και αν γίνει η επίθεση στις καταλήψεις αλλά και στο κίνημα που τις υπερασπίζεται, θα υπάρχει πάντα κόσμος που θα στέκεται ανάχωμα. Ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης αγκαλιάζει τις πρωτοβουλίες της Κοινότητας Καταλήψεων Κουκακίου από την στιγμή της μαχητικής υπεράσπισης των καταλήψεων, στα δικαστήρια και στις δράσεις που βγαίνουν για την στήριξη των διωκώμενων, πράγμα που δείχνει το τι διακυβέβεται πίσω από κάθε τέτοια επίθεση κάθε φορά. Δεν είμαστε μόνα, όπως δεν χρειάζεται να είναι μόνο και κανένα που ψάχνει να βρει συντροφικότητα στις αντιστάσεις του. Στεκόμαστε η μια δίπλα στο άλλο και δεν αφήνουμε κανένα στα χέρια των φυλακών και των φυλάκων.

Καμία καταληψίας στη φυλακή.

Καλούμε σε στήριξη της συγγέντρωσης αλληλεγγύης στο Εφετείο στα συντρόφια που θα δικαστούν για την επανακατάληψη της Ματρόζου, αλλά και για την εξάπλωση του ποινικού συστήματος σε κάθε πτυχή της ζωής μας.

Όλα/ες/οι στο Εφετείο Αθηνών την Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2025 στις 9.00

aqua tofana